Ορθόδοξες Απορίες

 

Ποια η ερμηνεία της Εικόνας των Θεοφανείων;

 



Ἡ εἰκόνα τῶν Θεοφανείων προσφέρει τήν εὐαγγελική διήγηση ἀλλά προσθέτει µερικές λεπτοµέρειες πού ἔχουν χρησιµοποιηθεῖ στή λειτουργία τῆς ἑορτῆς καί δείχνει αὐτό πού ὁ Ἰωάννης θά µποροῦσε νά διηγηθεῖ. Ἐπάνω στήν εἰκόνα ἕνα τµῆµα ἑνός κύκλου παριστᾶ τούς οὐρανούς πού ἀνοίγουν, καί κάποτε ἀπό µιά διπλή πτυχή πού ὁµοιάζει µέ κροσσό ἑνός σύννεφου, βγαίνει τό χέρι τοῦ Πατρός πού εὐλογεῖ. Ἀπό αὐτό τόν κύκλο ἀναχωροῦν ἀκτῖνες φωτός, χαρακτηριστικό τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, καί πού φωτίζουν τό περιστέρι. Αὐτόµατη ἀνάµνηση τοῦ ἀρχικοῦ λόγου «καί ἐγένετο φῶς», ἡ ἐκδηλωτική ἐνέργεια τοῦ Πνεύµατος, ἀποκαλύπτει τόν τριαδικό Θεό: Ἡ Τριάδα, ὁ Θεός µας, µᾶς ἐκδηλώνεται χωρίς διαίρεση. Ὁ Χριστός ἦλθε γιά νά εἶναι τό φῶς τοῦ κόσµου, πού φωτίζει αὐτούς πού κάθονταν στά σκοτάδια (Ματθ. 4, 16) ἀπό ἐκεῖ δέ τό ὄνοµα τῆς «Ἑορτῆς τῶν φώτων». Ἐνῶ ὁ Χριστός κατέβαινε στά νερά, ἡ φωτιά ἄναψε µέσα στόν Ἰορδάνη, εἶναι ἡ Πεντηκοστή τοῦ Κυρίου καί ὁ προεικονισµένος Λόγος, µέ στύλο φωτός δείχνει ὅτι τό βάπτισµα εἶναι φωτισµός, γέννηση τῆς ὑπάρξεως στό θεῖο φῶς.


Ἄλλοτε τήν παραµονή τῆς ἑορτῆς γινόταν τό βάπτισµα τῶν κατηχουµένων καί ὁ ναός ἦταν πληµµυρισµένος ἀπό φῶς, σηµεῖο µυήσεως στή γνώση τοῦ Θεοῦ. Ὁ µάρτυρας αὐτοῦ τοῦ φωτός, ὁ ἅγιος Ἰωάννης εἶναι δοσµένος στό γεγονός γιατί αὐτός ὁ ἴδιος εἶναι «ὁ λύχνος ὁ καιόµενος καί φαίνων» καί οἱ ἄνθρωποι ἔρχονταν «ἀγαλλιαθῆναι ἐν τῷ φωτί αὐτοῦ» (Ἰω. 5, 35).

Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος µέ τή µορφή ἑνός περιστεριοῦ ἐκφράζει τήν κίνηση τοῦ Πατρός πού φέρεται πρός τόν Υἱό του. Ἐξ ἄλλου, ἐξηγεῖται, κατά τούς Πατέρες, κατ ̉ ἀναλογία µέ τόν κατακλυσµό καί τό περιστέρι µέ τόν κλάδο ἐλαίας, σηµεῖο τῆς εἰρήνης. Τό Ἅγιο Πνεῦµα πού φέρεται ἐπάνω ἀπό τά ἀρχέγονα νερά ἀνέδειξε τή Ζωή, ἐπίσης αὐτό πού αἰωρεῖται ἐπάνω στά νερά τοῦ Ἰορδάνη, προκαλεῖ τή δεύτερη γέννηση τοῦ νέου δηµιουργήµατος.




Ὁ Χριστός παριστάνεται ὀρθός ἐνάντια πρός τό βυθό τοῦ νεροῦ σκεπασµένος ἀπό τά κύµατα τοῦ Ἰορδάνη. Ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀποστολῆς του, ὁ Ἰησοῦς ἀντιµετωπίζει τά κοσµικά στοιχεῖα πού περιέχουν σκοτεινές δυνάµεις: τό νερό, τόν ἀέρα καί τήν ἔρηµο. Ἡ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης εἶναι ἀπό τίς µορφές τοῦ βαπτίσµατος: ἡ νίκη ἀπό τό Θεό τοῦ δράκοντος τῆς θαλάσσης, τοῦ τέρατος Rahab. Ἕνα ἰδιόµελο τῆς ἑορτῆς κάνει νά κατανοήσουµε τόν Κύριο λέγοντας στόν Ἰωάννη Βαπτιστή: Προφήτη, ἔλα νά µέ βαπτίσεις... Βιάζοµαι νά χαθεῖ ὁ κρυµµένος στά νερά ἐχθρός, ὁ πρίγκηπας τοῦ σκότους, γιά νά ἀπελευθερώσω τόν κόσµο ἀπό τά δίχτυα του παραχωρώντας του τήν αἰώνια ζωή. Ἔτσι, µπαίνοντας στόν Ἰορδάνη ὁ Κύριος, καθαρίζει τά νερά: Σήµερα τά κύµατα τοῦ Ἰορδάνη µεταβάλλονται σέ φάρµακο καί ὅλη ἡ δηµιουργία ποτίζεται µέ µυστικά κύµατα... (εὐχή ἁγίου Σωφρονίου). Εἶναι ὅλο τό σύµπαν πού δέχεται τήν ἁγιοποίησή του: Ὁ Χριστός βαπτίζεται· βγαίνει ἀπό τό νερό καί µέ αὐτό ἀποκαλύπτει τόν κόσµο (ἰδιόµελο τοῦ Κοσµᾶ).


Σπάζει τό κεφάλι τῶν δρακόντων καί ἀναζωογονεῖ τόν Ἀδάµ, εἶναι ἡ ἀνάπλαση τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, ἡ ἀναγέννησή της στό καθαριστικό λουτρό τοῦ µυστηρίου. Ὁ ∆ίδυµος Τυφλός καθορίζει: «ὁ δέ Κύριος ἔδωκέ µοι µητέρα τήν κολυµβήθραν (Ἐκκλησία), πατέρα τόν Ὕψιστον, ἀδελφόν τόν δι ̉ ἡµᾶς βαπτισθέντα Σωτῆρα».

Στήν εἰκόνα µέ τό δεξιό του χέρι ὁ Χριστός εὐλογεῖ τά νερά καί τά ἑτοιµάζει νά γίνουν τά νερά τῆς βαπτίσεως πού ἁγιάζει µέ τήν ἴδια του κατάδυση. Τό νερό ἀλλάζει σηµασία, ἄλλοτε εἰκόνα τοῦ θανάτου (κατακλυσµός), εἶναι τώρα ἡ πηγή τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς (Ἀποκ. 21, 6· Ἰω. 4, 14). Μυσταγωγικά τό νερό τῆς βαπτίσεως δέχεται τήν ἀξία τοῦ αἵµατος τοῦ Χριστοῦ. Στά πόδια τοῦ Κυρίου, στά νερά τοῦ Ἰορδάνη, ἡ εἰκόνα δείχνει δύο µικρές ἀνθρώπινες µορφές, εἰκονογράφηση τῶν παλαιοδιαθηκικῶν κειµένων πού ἀποτελοῦν µέρος τῆς ἀκολουθίας: «τί σοί ἐστι, θάλασσα ὅτι ἔφυγες, καί σύ Ἰορδάνη, ὅτι ἐστράφης εἰς τά ὁπίσω» (Ψαλµ.113, 5). Τό τροπάριο (ἦχος ∆΄) ἐξηγεῖ: «Ἀπεστρέφετο ποτέ, ὁ Ἰορδάνης ποταµός, τῇ µηλωτῇ Ἐλισσαιέ, ἀναληφθέντος Ἠλιού καί διῃρεῖτο τά ὕδατα ἔνθεν καί ἔνθεν· καί γέγονεν αὐτῷ ξηρά ὁδός ἡ ὑγρά εἰς τύπον ἀληθῶς τοῦ Βαπτίσµατος, δι ̉ οὗ ἡµεῖς τήν ρέουσαν τοῦ βίου διαπερῶµεν διάβασιν». Εἰκόνα συµβολική πού µιλᾶ γιά τή µετάνοια ἀκόµη ἀόρατη τῆς κοσµικῆς φύσεως, τῆς µεταστροφῆς τῆς ὀντολογίας της. Ἡ εὐλογία τῆς ὑδρόβιας φύσεως ἁγιάζει τήν ἴδια ἀρχή τῆς ἐπίγειας ζωῆς. Γι ̉ αὐτό, µετά τή θεία λειτουργία γίνεται ὁ µεγάλος ἁγιασµός τῶν ὑδάτων (ἑνός ποταµοῦ, µιᾶς πηγῆς ἤ ἐντελῶς ἁπλά ἑνός δοχείου τοποθετηµένου µέσα στήν ἐκκλησία).

Μιλώντας γιά τά µή ἁγιασµένα νερά, εἰκόνα τοῦ θανάτου - κατακλυσµοῦ ἡ λειτουργία τά ὀνοµάζει ὑδατόστρωτο τάφο. Πραγµατικά, ἡ εἰκόνα δείχνει τόν Ἰησοῦ νά εἰσέρχεται στά νερά, στόν ὑγρό τάφο. Αὐτός ἐδῶ ἔχει τή µορφή ἑνός σκοτεινοῦ σπηλαίου (εἰκονογραφική µορφή τοῦ ἅδη) περιέχοντας ὅλο τό σῶµα τοῦ Κυρίου (εἰκόνα τοῦ ἐνταφιασµοῦ, πού προσφέρεται στό µυστήριο τοῦ βαπτίσµατος µέ ὁλική κατάδυση, µορφή τοῦ πασχαλίου τριηµέρου), γιά νά ἀποσπάσει τόν ἀρχηγό τῆς φυλῆς µας στή ζοφερή διαµονή. Συνεχίζοντας τόν προκαταβολικό συµβολισµό τῆς Γεννήσεως, ἡ εἰκόνα τῶν Θεοφανείων δείχνει τήν προκάθοδο τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη: «καταβάς ἐν τοῖς ὕδασιν ἔδησε τόν ἰσχυρόν». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστοµος, σχολιάζει: ἡ κατάδυση καί ἡ ἀνάδυση εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς καθόδου στόν ἅδη καί τῆς ἀναστάσεως.

Ὁ Χριστός παριστάνεται γυµνός, εἶναι ντυµένος µέ τήν ἀδαµική γυµνότητα καί ἔτσι ἀποδίδει στήν ἀνθρωπότητα τό ἔνδοξο παραδεισιακό ἔνδυµά της. Γιά νά δείξει τήν ὑπέρτατη πρωτοβουλία του παριστάνεται βαδίζοντας ἤ κάνοντας ἕνα βῆµα πρός τόν ἅγιο Ἰωάννη: ἐλεύθερα ἔρχεται καί κλίνει τό κεφάλι. Ὁ Ἰωάννης εἶναι ταραγµένος: ἐγώ χρείαν ἔχω ὑπό σοῦ βαπτισθῆναι, καί σύ ἔρχῃ πρός µε; »... Ὁ Ἰησοῦς τόν διατάζει: «ἄφες ἄρτι».

Ὁ Ἰωάννης τείνει τό δεξιό του χέρι σέ µιά τελετουργική χειρονοµία, στό ἀριστερό κρατεῖ ἕνα εἰλητάριο, κείµενο τοῦ κηρύγµατός του.

Οἱ ἄγγελοι τῆς Ἐνσαρκώσεως εἶναι σέ µιά στάση προσκυνήσεως, τά σκεπασµένα χέρια τους σέ ἔνδειξη σεβασµοῦ. Συµβολίζουν ἐπίσης καί εἰκονογραφοῦν τό λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Γαλατ. 3, 27) :«Ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε..
.».
π.Ευδοκίμωφ.
                                 








Τί είναι το Τριώδιο; Που οφείλεται η ονομασία του;

Το Σάββατο στον εσπερινό του Τελώνου και Φαρισαίου ο Δεξιός Ιεροψάλτης κατέρχεται από το αναλόγιό του και λαμβάνει το Τριώδιο (λειτουργικό βιβλίο πού περιέχει υμνολογικό υλικό κυρίως του Εσπερινού και του Όρθρου και χρησιμοποιείται μαζί με το Μηναίο και την Παρακλητική στις Ιερές Ακολουθίες της περιόδου από Κυριακής του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι το Μεγάλο Σάββατο) που βρίσκεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο, κάνει τρεις συμβολικές μετάνοιες και πηγαίνει ξανά στο αναλόγιο του.
Το Τριώδιο αποτελεί το κινητό εκείνο τμήμα του εκκλησιαστικού έτους που
προπαρασκευάζει για τον άξιο εορτασμό των Παθών και της Αναστάσεως με ανάλογα βιώματα, πνευματική καλλιέργεια και συμμετοχή, με αγώνα μετανοίας, προσευχής και νηστείας.

Περιλαμβάνει δέκα Κυριακές.

Από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι τον Εσπερινό του Μ. Σαββάτου.

Διαιρείται σε δύο τμήματα.

α) Το προ της Νηστείας
(Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω, Τυροφάγου)
και
β) της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και της Μ. Εβδομάδας
δηλαδή έξι εβδομάδες και η Μ. Εβδομάδα (Α’ Κυριακή των Νηστειών – της Ορθοδοξίας, Β’ Κυρ. Νηστειών- Αγ. Γρηγορίου Παλαμά, Γ’ Κυρ. Νηστειών- Σταυροπροσκυνήσεως, Δ’ Κυρ. Νηστειών – Αγ. Ιωάννου της Κλίμακος, Ε’ Κυρ. Νηστειών- Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, Στ’ Κυρ. Νηστειών- Βαΐων και η Μεγάλη Εβδομάδα).
Το Τριώδιο διαμορφώθηκε σε τελική μορφή γύρω στον 15ο αιώνα. Ονομάστηκε Τριώδιο γιατί οι Κανόνες κατά τις καθημερινές ακολουθίες του Όρθρου περιλαμβάνουν τρεις ωδές την η’, θ’ και μια από τις πρώτες ωδές.

Συγκεκριμένα κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, οι ωδές στιχολογούνται ως εξής:

Δευτέρα : ωδές α΄,η΄,θ΄
Τρίτη : ωδές β΄,η΄,θ΄
Τετάρτη : ωδές γ΄, η΄, θ΄
Πέμπτη : ωδές δ΄, η΄, θ΄
Παρασκευή : ωδές ε΄, η΄, θ΄
το β’, γ’ και δ΄ Σάββατο : ωδές ς΄, ζ΄, η΄, θ΄

πηγές neotita.gr, Τριώδιον Κατανυκτικόν, Μεγάλη Τεσσαρακοστή


Συμπληρωματικά για την ονομασία του Τριωδίου:
(Απο το βιβλίο ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ Ιωάννου Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ)

«Ο δημιουργός των άνω και των κάτω,

τρισάγιον μέν ύμνον εκ των αγγέλων,
τριώδιον δέ παρ΄ ανθρώπων δέχου».

Με τους στίχους αυτούς προοιμιάζονται τα συναξάρια της περιόδου του Τριωδίου. Ο ουράνιος και ο επίγειος κόσμος, οι άγγελοι και οι άνθρωποι, συνάπτονται σε κοινή συμφωνία. Οι άγγελοι ψάλλουν στον δημιουργό των, τον «δημιουργό των άνω», τον τρισάγιο ύμνο. Μαζί με αυτούς ενώνονται και οι φωνές των ανθρώπων, που έρχονται και αυτοί να ψάλουν στον δημιουργό των, τον «δημιουργό των κάτω», τριωδίους ύμνους. Από αυτούς τους τριωδίους ύμνους, τα «τριώδια», έλαβε το όνομά της η μεγάλη περίοδος του λειτουργικού έτους, που κινείται μαζί με το Πάσχα και το περιβάλλει σάν προεόρτιος και μεθέορτος περίοδος. Γιατί όλο αυτό το τμήμα του εκκλησιαστικού έτους παλαιότερον εχαρακτηρίζετο μ΄ αυτό το όνομα: «Τριώδιον». Ανάλογα δέ με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του το διέκριναν σε «Τριώδιον κατανυκτικόν», απ΄ αρχής μέχρι του Πάσχα, και «Τριώδιον χαρμόσυνον», από του Πάσχα μέχρι της Κυριακής των αγίων Πάντων, που κατακλείει τον κύκλο των κινητών εορτών. Τριώδιο δέ λέγεται από την αρχαιοπρεπή συνήθεια, που διετηρείτο κατά την περίοδο αυτή, να μή ψάλλωνται καθημερινώς κατά την ακολουθία του όρθρου και οι εννέα ωδές του Ψαλτηρίου, και επομένως και ολόκληροι εννεαώδιοι Κανόνες, αλλά μόνο τρείς ωδές, η η' και η θ' και μία από τις προηγούμενες κατά την σειρά των ημερών. Αυτός ο αρχαίος τρόπος της ψαλμωδίας διετηρήθη εν μέρει μόνον μέχρι σήμερα, και μάλιστα μόνον για τις καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Για τις άλλες ημέρες επεκράτησε το νεώτερο έθος, να στιχολογούνται και οι εννέα ωδές ακριβέστερα οι οκτώ, γιατί η δευτέρα παραλείπεται) και να ψάλλωνται εννεαώδιοι (ακριβέστερα οκταώδιοι) Κανόνες.
Έτσι το όνομα «Τριώδιον» τελικά διετηρήθη μόνο για το αρχαίο «κατανυκτικόν Τριώδιον», για την πρό του Πάσχα δηλαδή περίοδο. Και πάλι και εδώ όχι κυριολεκτικώς. Όπως δέ χαρακτηριστικά γράφει ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος στον πρόλογο των συναξαρίων του Τριωδίου: «Καταχρηστικώς Τριώδιον ονομάζεται· ου γάρ αεί τριώδια έχει. Και γάρ ολοτελείς κανόνας προβάλλεται, αλλ΄ οίμαι από του πλεονάζοντος την επωνυμίαν λαβείν».
          
                    

Ποιές είναι οι τρείς Κυριακές που αποτελούν τα προπύλαια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής;

Τρείς Κυριακές αποτελούν τα προπύλαια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής:Η Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου,η Κυριακή του Ασώτου καιη Κυριακή της Απόκρεω.
Η τελευταία εβδομάς, που εισάγεται με την Κυριακή της Αποκρέω, είναι το προοίμιο της νηστείας της Τεσσαρακοστής, γιατί κατ΄ αυτήν απαγορεύεται, σύμφωνα με τις εκκλησιαστικές διατάξεις, η βρώσις του κρέατος.
Είναι η Τυρινή εβδομάς ή εβδομάς της Τυροφάγου. Κατά την εβδομάδα αυτήν αρχίζει η ψαλμωδία των τριωδίων κανόνων.
Η τελευταία αυτή Κυριακή, η Κυριακή της Αποκρέω, είναι και παλαιοτέρα από τις προηγουμένες. Τις δύο άλλες τις προσέθεσαν αργότερα, την Κυριακή του Ασώτου κατά τον Ϛ' αιώνα και την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου ένα περίπου αιώνα υστερώτερα. Ο σκοπός της προσθήκης είναι φανερός.
Να δημιουργηθή δηλαδή μία περίοδος προπαρασκευής και προετοιμασίας για την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ένα είδος προπυλαίου στο όλο οικοδόμημα των κινητών εορτών. Ή, όπως γράφει ο Ξανθόπουλος, «ώσπερ τις προγυμνασία και παρακίνησις τοίς αγίοις Πατράσιν επενοήθησαν, ώστε παρασκευασθήναι και ετοίμους ημάς γενέσθαι προς τους πνευματικούς αγώνας των νηστειών, την εξ έθους μυσαράν έξιν απολιπόντας». Έγιναν δέ τρείς οι προπαρασκευαστικές αυτές εβδομάδες για να απαρτισθή ο ιερός αριθμός της αγίας Τριάδος, το τρία, βάσει του οποίου οικοδομείται ολόκληρο το σύστημα της λατρείας μας. Και των τριών Κυριακών η ακολουθία πλέκεται γύρω από την ευαγγελική περικοπή, που διαβάζεται κατά την Θεία Λειτουργία. Κατά την πρώτη Κυριακή αναγινώσκεται η παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου (Λουκ. 18, 10-14), την δευτέρα η παραβολή του Ασώτου υιού (Λουκ. 15, 11-33) και την τρίτη το ευαγγέλιο της Μελλούσης Κρίσεως (Ματθ. 21, 31-46).
Με την πρώτη Κυριακή, την
Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, ανοίγει η ιερά πύλη του Τριωδίου. Δεν μπορούσε να ευρεθή καταλληλότερο θέμα, που να συνδυάζη κατά ένα τόσο πλήρη τρόπο τους επί μέρους σκοπούς της περιόδου αυτής.
Το Τριώδιο σημειώνει μία ιερά περίοδο του έτους αφιερωμένη στον Θεό στην σύντονο λατρεία και προσευχή, στην νηστεία και στα αγαθά έργα. Η προσευχή όμως, η νηστεία και η δικαιοσύνη του επιφανειακά δικαίου, κενοδόξου όμως και υπερηφάνου Φαρισαίου, αποδοκιμάζονται από τον Θεό. Αντιθέτως δικαιώνεται ο αμαρτωλός και άδικος, αλλά μετανοημένος και συντετριμμένος Τελώνης, που κτυπά το στήθός του και ταπεινά επικαλείται το έλεος του Θεού: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ». Αυτόν λοιπόν τον τύπο της ορθής προσευχής θέτει στο στόμα του πιστού η Εκκλησία στην έναρξι της περιόδου της προσευχής. Καλεί τους πιστούς να μή προσευχηθούν με υπερηφάνεια, «φαρισαϊκώς», αλλά με ταπείνωσι, «τελωνικώς», γιατί, κατά το λόγιο του Κυρίου, «πάς ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δέ ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Τα θέματα αυτά επαναλαμβάνονται σ΄ όλους τους ήχους και σε ποικίλες ποιητικές επεξεργασίες από την υμνογραφία της ημέρας. Παραθέτουμε το πρώτο τροπάριο των στιχηρών του εσπερινού του α' ήχου, που είναι και το πρώτο τροπάριο του Τριωδίου:

«Μή προσευξώμεθα φαρισαϊκώς, αδελφοί,ο γάρ υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται·ταπεινωθώμεν εναντίον του Θεού τελωνικώς,διά νηστείας κράζοντες·Ιλάσθητι ημίν, ο Θεός, τοίς αμαρτωλοίς».


Το θέμα της δευτέρας Κυριακής είναι συναφές προς το θέμα της πρώτης. Εδώ το δίδει η
παραβολή του Ασώτου υιού. Προβάλλεται την Κυριακή αυτή το ενθαρρυντικό παράδειγμα του αμαρτωλού νέου, που, ενώ σπαταλά την πατρική περιουσία «ζών ασώτως», δεν απελπίζεται, δεν συντρίβεται από το βάρος των συμφορών, δεν περιέρχεται σε απόγνωσι. Αλλά επιστρέφει προς τον εὔσπλαγχνο πατέρα ταπεινωμένος, μετανοημένος, ζητώντας το έλεος και την συγγνώμη Του. Και του απευθύνει θερμή ικεσία: «Πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου...». Το παράδειγμα της μετανοίας και της ορθής εν συντριβή καρδίας προσευχής, ενσαρκωμένο στον άσωτο της παραβολής, προβάλλει και πάλι η Εκκλησία προς μίμησιν και καλεί τα άσωτα παιδιά του Πατέρα, όλους μας, να γυρίσωμε στην αγκαλιά του Πατέρα ζητώντας συγγνώμην για να λάβωμε άφεσι, όπως εκείνος.

«Άσωτος εί τις, ως εγώ, θαρρών ίθι,θείου γάρ οίκτου πάσιν ήνοικται θύρα».
«Όποιος είναι άσωτος, όπως εγώ,άς έλθη με θάρρος, γιατί η θύρα της θείας ευσπλαγχνίας έχει ανοίξει για όλους.»

Την θερμή εξομολόγησι του ασώτου υιού θέτει στο στόμα του πιστού ο ποιητής του Δοξαστικού των Αίνων: «Αγαθέ Πατέρα, απομακρύνθηκα από κοντά Σου·μή με εγκαταλείψης και μή με δείξης άχρηστο για την βασιλεία Σου. Ο παμπόνηρος εχθρός με ξεγύμνωσε, μού αφήρεσε τον πλούτο. Τα χαρίσματα της ψυχής μου τα διεσκόρπισα ασώτως. Γι΄ αυτό σηκώνομαι και επιστρέφω σ΄ Έσένα και Σού φωνάζω· Σύ που είσαι τόσο σπλαγχνικός, ώστε για μένα άπλωσες τα χέρια Σου στον Σταυρό για να με λυτρώσης από το φοβερό θηρίο, τον διάβολο, και για να με στολίσης με την παλαιά μου λαμπρή στολή, δέξου με αν όχι σάν παιδί σου,
τουλάχιστον σάν υπηρέτη Σου».

Η προτροπή προς μετάνοιαν γίνεται πιό έντονος στην τρίτη και τελευταία προπαρασκευαστική Κυριακή, την
Κυριακή της Αποκρέω. Ως μέσο προτροπής προς μετάνοιαν για την αφύπνησι και των πιό ραθύμων ψυχών χρησιμοποιείται τώρα το αίσθημα του φόβου. Φόβου πρό της δικαίας κρίσεως του Θεού κατά την «φοβεράν και αδέκαστον παρουσίαν» του Χριστού. Την τρομερά σκηνή περιγράφει το ευαγγελικό ανάγνωσμα και η όλη υμνογραφία της ημέρας. Όπως δέ ορθώς παρατηρεί ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος στο Συναξάριο: «Ταύτην οι θειότατοι Πατέρες μετά τάς δύο παραβολάς έθεντο, ως αν μή τις την εν εκείναις του Θεού φιλανθρωπίαν μανθάνων, αμελώς διάγη λέγων· Φιλάνθρωπός εστιν ο Θεός, και όταν της αμαρτίας αναχωρήσω, ετοίμως έχω το πάν ανύσαι. Ταύτην την φοβεράν ημέραν ενταύθα κατέταξαν, ίνα διά του θανάτου και της προσδοκίας των εσομένων δεινών, φοβήσαντες τους αμελώς διακειμένους, προς αρετήν επαναγάγωσι, μή θαρρούντας εις το φιλάνθρωπον μόνον, αλλ΄ αφοράν, ότι και δίκαιός εστι κριτής και αποδίδωσιν εκάστω κατά τα έργα αυτού».
Όπως οι βυζαντινοί ζωγράφοι στον Νάρθηκα των Ναών γύρω από την βασιλική πύλη ζωγράφιζαν την σκηνή της δευτέρας παρουσίας, έτσι και οι υμνογράφοι στο πρόπυλο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής μ΄ όλα τα ζωηρά χρώματα του ποιητικού των χρωστήρος ζωγραφίζουν την φοβερά κρίσι. Η πύλη σε λίγο θα ανοίξη. Ποιός πιστός δεν θα θελήση να εισέλθη «
εις την χαράν του Κυρίου του;»

Από το βιβλίο

ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
Ιωάννου Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ
(Αποστολικής Διακονοίας).



Άγιος Βαλεντίνος; Τι πρέπει να γνωρίζουμε;

του Αρχιμ. π. Νεκταρίου Γκολιοπούλου.

1. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία Άγιος Βαλεντίνος δεν υπάρχει. Είναι απαράδεκτο, λοιπόν, να προβάλλεται η έννοια της αγιότητος σε ανύπαρκτο πρόσωπο και με στόχο να δικαιολογηθή ή και να καλυφθή η αμαρτία. Αλλά και αν ακόμη οι παπικοί ή οι προτεστάντες αναγνωρίζουν ή θα αναγνωρίσουν στο μέλλον κάποιον σαν άγιο και προστάτη του έρωτα και των ερωτευμένων, θα είναι και αυτό ένα ακόμη τραγικό τους λάθος κοντά στα τόσα, που έχουν διαπράξει από τον καιρό του σχίσματος. Και είναι αυτονόητο ότι η Ορθοδοξία σε καμμία περίπτωση δεν θα γίνη συνεργός σε τέτοιου είδους πλάνες.

2. Η καινοφανής και απαράδεκτη αυτή γιορτή είναι κατάλοιπο αρχαίου ειδωλολατρικού εθίμου που οδηγούσε τους νέους και τις νέες σε ακατανόμαστες σαρκικές ακολασίες. Στις ημέρες μας πήρε μια σύγχρονη μορφή. Προβάλλει παραπλανητικά τον έρωτα και την αγάπη, που είναι έννοιες θεϊκές και πνευματικές, αλλά οδηγεί, δυστυχώς, τα νειάτα. στις ίδιες ακολασίες που οδηγούσε και στην αρχαιότητα. Το απαράδεκτο αυτό έθιμο προσπαθούν, δυστυχώς και στην πατρίδα μας, να το στηρίξουν διάφοροι επιχειρηματίες, που έχουν οικονομικό κέρδος από την υπόθεση αυτή, συμμετέχοντας έτσι στο πνευματικό έγκλημα που διαπράτεται εναντίον της νεολαίας. Για να κερδίσουν χρυσό, πρόδωσαν τον Χριστό και το άγιο θέλημά Του. Εκμεταλεύθηκαν την ευκαιρία, και υπερεπρόβαλλαν τον ανύπαρκτο άγιο του έρωτα. Κερδίζουν, έτσι, πολλά χρήματα, αδιαφορούν, όμως, εγκληματικά για την πνευματική ζημιά που γίνεται στην ανυποποψίαστη νεολαία.


3. Αυτό που διαφημίζεται σήμερα, κυρίως πριν από το Μυστήριο του Γάμου, σαν αγάπη και αληθινός έρωτας, ούτε αγάπη είναι, ούτε έρωτας. Είναι ένστικτο, είναι εμπαθές συναίσθημα, είναι επιθυμία για σαρκική ήδονη, είναι ζωώδης και κτηνώδης κατάσταση, αγάπη πάντως και έρωτας δεν είναι. Ο έρωτας είναι πνευματική υπόθεση, δίδεται σαν δώρο από τον Θεό και έχει αρχή το Μυστήριο του Γάμου. Τότε ενεργοποιείται με την ευλογία του Θεού και τότε μοναδικά και προσωπικά αναφέρεται στο ανδρόγυνο. Μόνο μία φορά μπορεί ένας άνδρας να ερωτευθή μία γυναίκα και αντιστρόφως. Και αυτή την δυνατότητα την δίδει μόνο ο Χριστός και μόνο μετά την ευλογία του Γάμου.


4. Μπορούν τα νιάτα και πρέπει να ερωτευθούν, με θείο έρωτα, πριν από τον Γάμο. Όχι όμως άνθρωπο, αλλά τον Θεάνθρωπο Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτόν τον θείο έρωτα είχαν όλοι οι Άγιοι και όλες οι Αγίες της Εκκλησίας. Ο Χριστός ήταν γι’ αυτούς “ο Νυμφίος” της ψυχής τους. Όσο αύξανε ο έρωτάς τους για τον Χριστό τόσο προώδευαν πνευματικά. Αποκτούσαν πολύ μεγάλο πόθο για τον Χριστό στην ψυχή τους. Καιγόταν η καρδιά τους από την φλόγα της θεϊκής αγάπης. Με την πνευματική φλόγα του έρωτα για τον Χριστό διέκοπταν την σαρκική φλόγα για την πορνεία. Απολάμβαναν τέτοια θεϊκή γλυκύτητα από την ένωσή τους με τον Χριστό, που δεν άφηνε την ψυχή τους να δημιουργήση μια συμβατική και εφήμερη σχέση με την αμαρτία. Ένας πολύ μεγάλος Άγιος, ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, έχει γράψει 8200 στίχους με τους οποίους υμνεί τον θείο έρωτα και την ένωση της ψυχής με τον αγαπημένο Χριστό. Γράφει χαρακτηριστικά: “Έλα Χριστέ, που είσαι το φως το αληθινό. Έλα Εσύ, που είσαι η αιώνια ζωή. Έλα Εσύ, τον οποίο ποθεί η ψυχή μου. Έλα Εσύ, που από λαχτάρα και πόθο ήλθες μέσα μου και με βοήθησες κι εμένα να σε ποθήσω και να σε λαχταρήσω. Έλα Εσύ, που είσαι η πνοή μου, η ζωή μου, η παρηγοριά της ταπεινής μου ψυχής, η χαρά μου, η δόξα μου, η παντοτεινή μου ηδονή και απόλαυση”.


5. Αυτός είναι ο αληθινός έρωτας των Αγίων. Αυτόν τον έρωτα, τον θείο έρωτα, που ενώνει την ψυχή με τον Χριστό συμφέρει πνευματικά να αποκτήσουν όλα τα νιάτα. Έτσι πρέπει να προετοιμασθούν για τον γάμο τους. Όχι με προγαμιαίες σχέσεις και σαρκικούς δήθεν έρωτες. Όχι με άγιους Βαλεντίνους και όλες τις σχετικές ξενόφερτες ανοησίες. Και όταν έλθη η ευλογημένη στιγμή του γάμου, τότε, χωρίς να παύση να είναι πρώτος στόχος ο θείος έρωτας, το νεόνυμφο ζευγάρι θα πάρη ευλογία, δύναμη και ενίσχυση από τον Χριστό και για τον ανθρώπινο έρωτα, που θα κατευθύνεται μοναδικά από τον άνδρα προς την μοναδική γυναίκα του, και από την γυναίκα προς τον μοναδικό άνδρα της, που μόλις πριν από λίγο θα έχουν ενωθή με τα δεσμά του γάμου. Και ο ανθρώπινος αυτός έρωτας θα πρέπει να είναι μοναδικός, προσωπικός και ισόβιος.


6. Αλλά και αν κάποια νειάτα δεν επιλέξουν τον γάμο, η ορθοδοξία ένα μόνο δρόμο σωτηρίας έχει να τους δείξη εκτός από τον γάμο. Τον δρόμο του Μοναχισμού. Τον δρόμο της ολοκληρωτικής αφιερώσεως στον Χριστό, που ακολούθησαν πλήθος ευλογημένες ψυχές στην πορεία της Εκκλησίας. Οι Μοναχοί και οι Μοναχές με όλα τα μέσα της ασκήσεως αγωνίζονται να έχουν διαρκώς στην ψυχή τους τον θείο έρωτα. Λέγει ένα τροπάριο του Όρθρου: “Τοις ερημικοίς ζωή μακαρία εστί, θεϊκω έρωτι πτερουμένοις”. Που σημαίνει: “Μακάρια και τρισευτυχισμένη είναι η ζωή αυτών που διάλεξαν την Μοναχική ζωή, διότι με τα φτερά του θεϊκού έρωτα πετάνε πνευματικά και ανεβαίνουν προς τον αγαπημένο τους Χριστό”.


7. Με το άρθρο αυτό προσπαθήσαμε πολύ σύντομα να δείξουμε στα νειάτα ότι δεν υπάρχει άγιος του έρωτα και ότι αυτός, που παραπλανητικά κάποιοι κατασκεύασαν, είναι ψεύτικος και επικίνδυνος. Προσπαθήσαμε επίσης να δέιξουμε στα νιάτα ποιός είναι ο αληθινός έρωτας των αγίων, τον οποίο πρέπει να αποκτήσουν. Τί θα διαλέξουν τα νειάτα; Ευχόμεθα εκ καρδίας να διαλέξουν και να ζήσουν τον θείο έρωτα είτε μέσα από το μυστήριο του Γάμου, είτε μέσα από το μυστήριο του Μοναχισμού, όπως τον έζησαν πλήθος Μοναχοί ή Έγγαμοι, αληθινοι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Μόνο στην περίπτωση αυτή θα απολαύσουν, μαζί με όλους τους Αγίους, για πάντα, στην αιωνιότητα, “τήν απέραντη ηδονή όσων θα βλέπουν το απερίγραπτο κάλος του προσώπου του αγαπημένου τους Χριστού”.



Ποιά είναι τα Ψυχοσάββατα;

κάθε Σάββατο η προσευχή της Εκκλησίας είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους.
Όμως δύο είναι τα Ψυχοσάββατα που έχουν καθιερωθεί και τελούνται Μνημόσυνα της Εκκλησίας για όλους τους κεκοιμημένους.
Το Σάββατο προ της Κυριακής των Απόκρεω και
Το Σάββατο προ της Κυριακής της Πεντηκοστής.

Μεσα
στην ιδιαίτερη μέριμνά της για τούς κεκοιμημένους η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει καθορίσει ξεχωριστή ημέρα της εβδομάδος γι’ αυτούς.

Όπως η Κυριακή είναι η ημέρα της αναστάσεως του Κυρίου, ένα εβδομαδιαίο Πάσχα, έτσι το Σάββατο είναι η ημέρα των κεκοιμημένων, για να τους μνημονεύουμε και να έχουμε κοινωνία μαζί τους. Σε κάθε προσευχή και ιδιαίτερα στις προσευχές του Σαββάτου ο πιστός μνημονεύει τούς οικείους, συγγενείς και προσφιλείς, ακόμη και τούς εχθρούς του που έφυγαν από τον κόσμο αυτό, αλλά ζητά και τις προσευχές της Εκκλησίας γι’ αυτούς.
Στο δίπτυχο, που φέρνουμε μαζί με το πρόσφορο για τη θεία Λειτουργία, αναγράφονται τα ονόματα των ζώντων και των κεκοιμημένων, τα οποία μνημονεύονται.
Σε ετήσια βάση η Εκκλησία έχει καθορίσει δύο Σάββατα, τα οποία αφιερώνει στους κεκοιμημένους της. Είναι τα μεγάλα Ψυχοσάββατα• το ένα πριν από την Κυριακή της Απόκρεω και το άλλο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής.
Με το δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται η πίστη μας για την καθολικότητα της Εκκλησίας, της οποίας την ίδρυση και τα γενέθλια ( επί γης )  γιορτάζουμε κατά την Πεντηκοστή. Μέσα στη μία Εκκλησία περιλαμβάνεται η στρατευομένη εδώ στη γη και η θριαμβεύουσα στους ουρανούς.
Το Ψυχοσάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχει το εξής νόημα :  Η επόμενη ημέρα είναι αφιερωμένη στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, εκείνη τη φοβερή ημέρα κατά την οποία όλοι θα σταθούμε μπροστά στο θρόνο του μεγάλου Κριτή. Για το λόγο αυτό με το Μνημόσυνο των κεκοιμημένων ζητούμε από τον Κύριο να γίνει ίλεως και να δείξει τη συμπάθεια και τη μακροθυμία του, όχι μόνο σε μας αλλά και στους προαπελθόντας αδελφούς, και όλους μαζί να μας κατατάξει μεταξύ των υιών της  Επουράνιας Βασιλείας Του.
Κατά τα δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα η Εκκλησία μας καλεί σε μία παγκόσμια ανάμνηση «πάντων των απ’ αιώνος κοιμηθέντων ευσεβώς επ’ ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου». Μνημονεύει:
* Όλους εκείνους που υπέστησαν «άωρον θάνατον», σε ξένη γη και χώρα, σε στεριά και σε θάλασσα.
* Εκείνους που πέθαναν από λοιμική ασθένεια, σε πολέμους, σε παγετούς, σε σεισμούς και θεομηνίες.
* Όσους κάηκαν ή χάθηκαν.
* Εκείνους που ήταν φτωχοί και άποροι και δεν φρόντισε κανείς να τούς τιμήσει με τις ανάλογες Ακολουθίες και τα Μνημόσυνα.
Ο Θεός δεν περιορίζεται από τόπο και χρόνο. Γι Αυτόν είναι γνωστά και συνεχώς παρόντα όχι μόνο όσα εμείς αντιλαμβανόμαστε στο παρόν, αλλά και τα παρελθόντα και τα μέλλοντα. Το διατυπώνει λυρικότατα μία προσευχή της Ακολουθίας της θείας Μεταλήψεως, που αποδίδεται στον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό η στον άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο:« Επί το βιβλίον δε σου και τα μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει».
Ο Θεός έχει γραμμένες στο βιβλίο της αγάπης του και τις πράξεις που θα γίνουν στο μέλλον, άρα και τις προσευχές που αναπέμπουμε τώρα για πρόσωπα που έζησαν στο παρελθόν. Ως αιώνιος και πανταχού παρών ο πανάγαθος Κύριος μας Ιησούς Χριστός αγκαλιάζει με τη θεία του πρόνοια το άπειρο σύμπαν και τούς ατέρμονες αιώνες. Όλους τους ανθρώπους που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν τούς νοιάζεται η αγάπη του• «η γαρ αγάπη του Χριστού συνέχει ημάς» (Β´ Κο 5,14).
Με αυτήν την πίστη αναθέτουμε στην αγάπη και στην αγαθότητα του Θεού «εαυτούς και αλλήλους», τούς ζωντανούς αλλά και τούς κεκοιμημένους μας.



Αφιέρωμα στην Μεγάλη Εβδομάδα: ΕΙσαγωγή

Καθηγητής Παντελής Πάσχος - Εισαγωγικά στην Μεγάλη Εβδομάδα

Περάσαμε πιά το πέλαγος της νηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Και τώρα στεκόμαστε μπροστά στη θύρα της Μεγάλης Εβδομάδος, οπού ονομάζεται Μεγάλη όχι γιατί είναι μεγαλύτερη, ή έχει περισσότερες μέρες, αλλά «
επειδή μεγάλα ημίν γέγονεν εν αυτή παρά του Δεσπότου κατορθώματα. Και γάρ εν αυτή τη εβδομάδι τη Μεγάλη, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, η χρονία του διαβόλου κατελύθη τυραννίς· ο θάνατος εσβέσθη· ο ισχυρός εδέθη· τα σκεύη αυτού διηρπάγη· αμαρτία ανηρέθη· η κατάρα κατελύθη· ο Παράδεισος ανεώχθη· ο Ουρανός βάσιμος γέγονεν· άνθρωποι αγγέλοις ανεμίγησαν· το μεσότοιχον του φραγμού ήρθη· το θριγγίον περιηρέθη· ο της ειρήνης Θεός ειρηνοποίησε τα άνω και τα επί της γής· διά τούτο Μεγάλη καλείται Εβδομάς».
Όντως φοβερά αυτής της εβδομάδος τα Μυστήρια! Όλη η ποίηση του Χριστιανισμού και όλη η δόξα της Ορθοδοξίας, από αυτή την εβδομάδα πηγάζουν. Απ᾿ τον καιρό που, μαθητούδια ακόμη, παίρναμε απ᾿ το ζεστό χέρι της μάνας μας τη σύνοψη και το κερί, που καθώς ήταν αγνό μοσκοβολούσε σάν λιβάνι όταν έκαιγε, και πηγαίναμε στις ακολουθίες του Νυμφίου, ή στις Μεγάλες Ώρες των Παθών, της Μεγ. Πέμπτης και της Μεγ. Παρασκευής, όπου κλαίγαμε από καρδιάς μπρός στον Εσταυρωμένο, καθώς αποθέταμε με τρέμοντα δάχτυλα τα παρθενικά αγριολούλουδα, που με μίαν ολόζεστη λαχτάρα τρέχαμε να μάσουμε στους κήπους και στα χωράφια· απ᾿ τα μικρά μας εκείνα χρόνια, που προσμέναμε να ῾ρθει η εβδομάδα των Παθών, για να δεχτούμε ύστερα και την Ανάσταση, μέχρι τα γηρατειά μας τα βαθιά, αυτή η Εβδομάδα είναι που μάς κρατάει συντροφιά με τον πόνο της, με τα δάκρυά της, με τη λύπη της, αλλά και με τη χαρά και την ευφροσύνη της Αναστάσεως, που ακολουθεί.
Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη φιλοσοφία της ζωής, που η αγία Εκκλησία μας την δίνει με τον πιό ωραίο, απλό και κατανυκτικό τρόπο στη Μεγάλη Εβδομάδα. Και είναι αλήθεια, ότι αυτή η φιλοσοφία, που δεν είναι άλλη από την υψηλή θεολογία του Σταυρού, δεν θα μπορέσει ποτέ κανείς να την αφομοιώσει και να την κατανοήσει έξω από τον εκκλησιαστικό περίβολο, έξω από τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας.
Έξω από την Εκκλησία, ο Σταυρός ή η Μεγάλη Εβδομάδα γίνεται λογοτεχνία, γίνεται θέατρο ή κινηματογράφος, γίνεται στοχαστική διάλεξη ή δημοσιογραφικό άρθρο, γίνεται ευκαιρία για να δοκιμάσει κανείς τις ικανότητές του μ᾿ έναν τρόπο – οποιοδήποτε – επάνω σ᾿ ένα σοβαρό θέμα. Και μόνο μέσα από τις ιερές Ακολουθίες και τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας, μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει στην κορφή της πνευματικής φιλοσοφίας και στη δόξα της Αναστάσεως, ανεβαίνοντας τον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά και περνώντας πνευματικά μέσα από την αγωνία της Σταυρώσεως.
Ο ορθόδοξος χριστιανός, όλη την Εβδομάδα έχει ένα μεγάλο δρόμο να οδοιπορήσει. Μεγάλο, όχι με τις εξωτερικές, αλλά με τις εσωτερικές διαστάσεις. Ένα δρόμο, που περπάτησε ο ίδιος ο Χριστός. Ναί, κι άς μή φανεί σε κανέναν αυτό το πράγμα παράδοξο. Αν δεν «συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν», δεν θα μπορέσουμε οὔτε τη Μεγαλοβδομάδα να νιώσουμε, οὔτε και στην Ανάσταση να φτάσουμε μαζί του. Σ᾿ αυτό το δρόμο, που βρίσκεται πάντα κάτω απ᾿ τη σκιά του Σταυρού, και αντικρύζει στο βάθος το φωτεινό λόφο της Αναστάσεως, οι άγιοι Πατέρες έβαλαν μερικά σημάδια σάν ορόσημα, που μάς βοηθούν κι αυτά μ᾿ έναν ειδικό το καθένα τρόπο, για να πετύχουμε το σκοπό μας.
Τη Μεγάλη Δευτέρα, μετά το Κοντάκιο και τον Οίκο της ημέρας, θ᾿ ακούσουμε μαζί με το σύντομο συναξάρι, αυτό το υπόμνημα: «τη Αγία και Μεγάλη Δευτέρα, μνείαν ποιούμεθα του μακαρίου Ιωσήφ του παγκάλου και της υπό του Κυρίου καταρασθείσης συκής». Δοξάζεται και τιμάται ο πάγκαλος Ιωσήφ, γιατί «της Αιγυπτίας τότε ταίς ηδοναίς μή δουλεύσας», εσκλαβώθηκε μέν κατά το σώμα, αλλά κατά την ψυχή έμεινε αδούλωτος, ο αοίδιμος και σώφρων, και έτσι αξιώθηκε να γίνει κυρίαρχος όλης της Αιγύπτου. «Ο Θεός γάρ παρέχει τοίς δούλοις αυτού στέφος άφθαρτον». Η κατάρα έπειτα της άκαρπης συκιάς, μάς λέει ν᾿ αποφεύγουμε το πάθος και να κάνουμε έργα και καρπούς πνευματικούς, για να μή μάς εύρει ο Χριστός με φύλλα μοναχά σάν έρθει, και μάς δείξει τη φωτιά, σάν μοίρα αναπόφυγη των ακάρπων μας δέντρων.Τη Μεγάλη Τρίτη θ᾿ ακούσουμε: «της των δέκα παρθένων παραβολής μνείαν ποιούμεθα», δηλ. των πέντε φρονίμων και των πέντε μωρών παρθένων, με τις διδακτικές λαμπάδες τους. Μάς συμβουλεύει κ᾿ εδώ με ύμνους εξαίσιους η Εκκλησία μας, «να σπουδάσωμεν να ανάψωμεν τάς νοητάς λαμπάδας των ψυχών μας, ως αι φρόνιμοι εκείναι παρθένοι. Διατί; Ίνα με το λαμπρόν φώς των λαμπάδων μας και με ύμνους πνευματικούς, συναπαντήσωμεν τον αθάνατον νυμφίον των ψυχών, δηλαδή τον Δεσπότην μας Ιησούν Χριστόν, όστις θα έλθει εν τη συντελεία του κόσμου, διά να εμβάσει τάς δρονίμους ψυχάς μέσα εις τον ουράνιον νυμφώνα της αϊδίου τρυφής τεσ και βασιλείας».Τη Μεγάλη Τετάρτη: «της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι Πατέρες εθέσπισαν, ότι πρό του σωτηρίου Πάθους μικρόν τούτο γέγονεν». Ποιός δεν δακρύζει, όταν σκεφθεί ότι, ενώ όλοι αμαρτάνουμε (και πολλές φορές βαρύτερα από την πόρνη) ωστόσο δεν ακολουθούμε το παράδειγμά της, για να σβήσουμε με δάκρυα μετανοίας το χειρόγραφο, που είναι φορτωμένο με το πλήθος των αμαρτιών μας.Τη Μεγάλη Πέμπτη «εορτάζομεν τον Ιερόν Νιπτήρα, τον Μυστικόν Δείπνον, την υπερφυά προσευχήν και την Προδοσίαν». Η κυριαρχούσα μορφή – αιώνιο σύμβολο σκότους συνειδήσεως και παράδειγμα προς αποφυγήν – είναι η προδοτική όψη του Ιούδα.Τη Μεγάλη Παρασκευή «τα Άγια και Σωτήρια και Φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν».
Και
το Μέγα Σάββατον «την Θεόσωμον Ταφήν και την εις Άδου κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν».
Είπαμε, ότι πίσω από τα μαρτύριο και το Πάθος της Σταυρώσεως, ο ορθόδοξος χριστιανός βλέπει πάντοτε το γλυκό φώς της Αναστάσεως. Είναι αυτό που τον εμποδίζει να ιδεί τα Πάθη μέσα σ᾿ ένα ζοφερό και καταλυτικό σκοτάδι. Ο ορθόδοξος – και ο Έλληνας ιδιαίτερα, που πέρασε τόσα και τόσα πάθη μέσα στη μακραίωνη πορεία της ιστορίας του – είναι ντυμένος με το ζεστό ένδυμα της χαρμολύπης. Πάσχει και υποφέρει, αλλά όχι με ασυγκράτητο σαρκικό πόνο. Η πνευματική φιλοσοφία του Σταυρού, αυτές τις ημέρες ειδικώτερα, πρέπει να είναι ο επιούσιος άρτος μας, ο άρτος της ζωής μας. Ιδού πώς βλέπουν μερικοί από τους αγίους Πατέρας το Σταυρό και το μυστήριο της Σταυρώσεως.
Ο ακάνθινος στέφανος φανέρωσε ότι ο Κύριος εξάλειψε την κατάρα που έλαβε η γή, να βλαστάνει αγκάθια και τριβόλια και ότι ο Χριστός αφάνισε τις μέριμνες και τις οδύνες της παρούσης ζωής.
«Εξεδύθη τα ιμάτια και ενεδύθη την πορφύραν, διά να εκδύσει τους δερματίνους χιτώνας της νεκρώσεως, οπού εφόρεσεν ο Αδάμ μετά την παράβασιν. Κάλαμον έλαβεν ο Κύριος εις την δεξιάν, ως σκήπτρον, διά να θανατώσει τον αρχαίον όφιν και δράκοντα· έλαβε κάλαμον, διά να σβήσει το χειρόγραφον των αμαρτιών μας. Έλαβε τον κάλαμον διά να υπογράψει βασιλικώς, με το κόκκινον αίμα του, το γράμμα της συγχωρήσεως των αμαρτιών μας, καθότι και οι βασιλείς με κόκκινον κιννάβαρι υπογράφουσιν».
»Εις το ξύλον εσταυρώθη, διά το ξύλον της γνώσεως. Έλαβε την γεύσιν της χολής και του όξους, διά την γλυκείαν γεύσιν του καρπού του απηγορευμένου. Έλαβε τα καρφία διά να καρφώσει την αμαρτίαν. Άπλωσε τάς χείρας εις τον Σταυρόν, διά να ιατρεύσει το άπλωμα των χειρών του Αδάμ και της Εὔας, οπού εποίησαν εις το απηγορευμένον ξύλον, και διά να ενώσει τα μακράν διεστώτα, αγγέλους και ανθρώπους, ουράνια και επίγεια. Έλαβε τον θάνατον, διά να θανατώσει τον θάνατον. Ετάφη, διά να μή στρεφώμεθα πλέον ημείς εις την γήν, ως το πρότερον...».
»Εσκοτίσθησαν οι φωστήρες, διά να φανερώσουν ότι πενθούσι τον Σταυρωθέντα. Αι πέτραι εσχίσθησαν, διότι έπασχεν η πέτρα της ζωής. Εις το ύψος του Σταυρού ανέβη, διά το πτώμα οπού έπαθεν ο Αδάμ. Και τελευταίον ανέστη, διά την ιδικήν μας ανάστασιν!».
Ώ! Ευτυχισμένοι και τρισμακάριοι, όσοι μπορέσουν ν᾿ αφήσουν τις βιοτικές τους μέριμνες αυτές τις μέρες, κι αρχίσουν από τώρα, από αυτή την ώρα κιόλας, την ευλογημένη πορεία δίπλα στον πορευόμενο προς το Πάθος Χριστό! «Δεύτε οὖν και ημείς, συμπορευθώμεν αυτώ και συσταυρωθώμεν, και νεκρωθώμεν δι᾿ αυτόν, ταίς του βίου ηδοναίς», «ίνα μή μείνωμεν έξω του νυμφώνος Χριστού».

Αφιέρωμα στην Μεγάλη Εβδομάδα: Η Πορεία

Λάμπρου Κ. Σκοντζου Θεολόγου - Καθηγητού.
Τη Μεγάλη Δευτέρα τιμάμε μια μεγάλη προσωπικότητα της Π.Δ. τον Ιωσήφ τον Πάγκαλο, ο οποίος είναι ο ίδιος, με τα άδικα παθήματά του, τύπος του Χριστού και επίσης ενθυμούμαστε το γεγονός της “ξηρανθείσης συκής” από τον Κύριο.
Τη Μεγάλη Δευτέρα προβάλλεται η υπέροχη μορφή του Παγκάλου Ιωσήφ, γιατί αυτός σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, αποτελεί προτύπωση και εικόνα του Χριστού. Όπως ο Κύριος υπέφερε άδικα εξαιτίας της ανθρώπινης κακίας, το ίδιο και εκείνος υπέφερε εξαιτίας της κακίας των αδελφών του και έδειξε όπως και ο Χριστός απέραντη ανεξικακία. Επίσης την ημέρα αυτή κάνουμε ανάμνηση του διδακτικού γεγονότος της ξηρανθείσης συκής από τον Κύριο πο συνέβηκε σύμφωνα με τα ιερά Ευαγγέλια την επομένη ημέρα της θριαμβευτικής Του εισόδου στην Ιερουσαλήμ. Μη βρίσκοντας καρπό στο δένδρο το καταράστηκε και αυτό αμέσως ξεράθηκε, θέλοντας να μας διδάξει με τον τρόπο αυτό, πως και εμείς αν δεν παράγουμε πνευματικούς καρπούς, μας περιμένει ο αιώνιος θάνατος! Επίσης η άκαρπος συκή συμβολίζει και την ιουδαϊκή Συναγωγή, και γενικότερα την ιουδαϊκή θρησκεία, η οποία δεν είχε πλέον να παρουσιάσει καμιά πνευματική υπηρεσία στο λαό, μάλλον αρνητικές υπηρεσίες προσέφερε και γι’ αυτό στηλιτεύτηκε έντονα από τον Κύριο. Οι άγιοι Πατέρες όρισαν να κάνουμε μνεία την Μ. Δευτέρα αφ’ ενός μεν του δικαίου Ιωσήφ και αφ’ ετέρου του γεγονότος της ξηρανθείσης συκής για να μιμηθούμε και εμείς τον Πάγκαλο Ιωσήφ στην αρετή και να αποφύγουμε την άκαρπη συκή και να στολισθούμε με αρετές και πνευματικούς καρπούς, προκειμένου να ακολουθήσουμε τον Κύριο στο σωτήριο Πάθος Του.
Τη Μεγάλη Τρίτη ενθυμούμαστε την παραβολή των Δέκα Παρθένων που έχει υψίστη σημασία για τη σωτηρία μας.
Η Υμνογραφία της ημέρας είναι αφιερωμένη σε δύο βασικά θέματα, στην παραβολή των δέκα παρθένων και στην καλλιέργεια των ταλάντων, που χαρίζει στον καθένα μας ο Θεός. Προβαίνοντος του Πάθους, η Εκκλησία μάς καλεί να στρέψουμε την προσοχή μας στα έσχατα, είτε αυτά για τον καθένα μας έρχονται την ώρα του θανάτου, είτε αναφέρονται στην τελείωση του κόσμου κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Οι ύμνοι που ψάλλονται είναι πολύ διδακτικοί και συγκινητικοί.
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τώ μέσω της νυκτός και μακάριος ο δούλος, όν ευρήσει γρηγορούντα· ανάξιος δέ πάλιν, όν ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε, οὖν ψυχή μου, μή τώ ύπνω κατενεχθής, ίνα μή τώ θανάτω παραδοθής, και της Βασιλείας έξω κλεισθής· αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, άγιος, άγιος εί ο Θεός ημών, πρεσβείαις του Προδρόμου, σώσον ημάς».
Να, ο Νυμφίος έρχεται στο μέσο της νύχτας, κι ευτυχισμένος θα είναι ο δούλος που θα τον βρεί (ο Νυμφίος) ξάγρυπνο να τον περιμένει· ανάξιος όμως πάλι θα είναι εκείνος, που θα τον βρεί ράθυμο και απροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου να μή βυθιστείς στον πνευματικό ύπνο, για να μή παραδοθείς στο θάνατο (της αμαρτίας) και να μείνεις έξω της βασιλείας του Θεού. Αλλά ανάνηψε κράζοντας· Άγιος, άγιος, άγιος είσαι εσύ ο Θεός μας · με τις πρεσβείες του προδρόμου σώσε μας.

Την Μ. Τετάρτη τιμάμε τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναικός, η οποία άλειψε με μύρο από ευγνωμοσύνη τα πόδια του Κυρίου, λίγο πριν το Πάθος Του.
Τη Αγία και Μεγάλη Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι θειότατοι πατέρες εθέσπισαν, ότι προ του σωτηρίου πάθους μικρόν τούτο γέγονε”… Οι άγιοι πατέρες όρισαν να θυμόμαστε και να τιμάμε αυτή τη μέρα μια αμαρτωλή γυναίκα, η οποία αποφάσισε να μετανοήσει ειλικρινά και εξωτερικεύοντας αυτή τη σωτήρια παρόρμησή της άλειψε τα πόδια του ελεήμονα Χριστού με πολύτιμο μύρο. Επειδή η μετάνοια είναι βασική προϋπόθεση για τη σωτηρία κάθε ανθρώπου, η μεγάλη μετάνοια της γυναικός αυτής αποτελεί λαμπρό παράδειγμα για κάθε πιστό και επειδή το γεγονός της μετάνοιας είναι ένας δύσκολος αγώνας και ένα επώδυνο πάθος αυτοταπείνωσης, καθόρισαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, να είναι αφιερωμένη η προηγούμενη ημέρα πριν τη σύλληψη του Κυρίου στην μετάνοια της πόρνης γυναικός.
Το γεγονός αυτό το διέσωσαν και οι τέσσερις Ευαγγελιστές (Ματθ.κστ΄6-13, Μαρκ.ιδ΄3-9, Λουκ.ζ΄36-50, Ιωάν.ιβ΄1-8) με κάποιες μικροδιαφορές στις διηγήσεις τους. Αναλυτικότερη και σαφέστερη είναι εκείνη του Λουκά. Ο Χριστός λίγο πριν το πάθος του, μετά την ανάσταση του Λαζάρου, σε κάποια πόλη προσκλήθηκε να δειπνήσει στο σπίτι κάποιου πλουσίου Φαρισαίου, ονόματι Σίμωνος. Και ενώ συνέτρωγε ο Χριστός με τους συνδαιτυμόνες του, μπήκε στην οικία μια αμαρτωλή γυναίκα, γνωστή πόρνη της περιοχής, έχοντας στα χέρια της ακριβότατο αγγείο γεμάτο με πολύτιμο και πανάκριβο μύρο. Πλησίασε το Χριστό, έχυσε ένας μέρος από το μύρο στην κεφαλή και το σώμα του Κυρίου και με το υπόλοιπο και τα ασταμάτητα δάκρυά της έβρεχε και έπλυνε τα πόδια του Χριστού. Τέλος έλυσε την πλούσια πλεξούδα των μαλλιών της και άρχισε να σκουπίζει τα άχραντα πόδια του Δασκάλου. Ο Χριστός έμεινε ατάραχος, όχι όμως και οι παραβρισκόμενοι. Ο μεν οικοδεσπότης φαρισαίος σκανδαλίσθηκε με τη θέα της πόρνης και ακόμα περισσότερο με το άγγιγμά της στο σώμα του Ιησού. Διερωτόταν, πως είναι δυνατόν, προφήτης όντας, ο καλεσμένος του ραβίνος να μην διαγνώσει ότι η γυναίκα αυτή είναι αμαρτωλή και να μην τη διώξει κακείν κακώς, όπως θα έκανε ο ίδιος και οι όμοιοί του φαρισαίοι. Ο φιλάργυρος και ανάξιος μαθητής του Χριστού, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, μέτρησε τη μεγάλη αξία του μύρου, το οποίο κατά τη γνώμη του “πήγε χαμένο”, ενώ θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθεί δήθεν στους φτωχούς. Ουσιαστικά όμως ο μέλλων προδότης μαθητής δεν ενδιαφέρονταν για τους φτωχούς, αλλά για τη δική του τσέπη, γιατί ήταν κλέφτης. Ο Χριστός έδωσε απάντηση και στους δυο “σκανδαλισθέντες” από το γεγονός αυτό. Στον μεν φαρισαίο απάντησε πως η γυναίκα αυτή έδωσε περίσσια και εγκάρδια περιποίηση, σε αντίθεση με αυτόν που τον κάλεσε προφανώς τυπικά και επιδεικτικά στο σπίτι του. Στον δε δόλιο Ιούδα απάντησε πως τους φτωχούς θα τους έχουν πάντοτε μαζί τους και έχουν χρέος και καθήκον να τους ελεούν, όμως το μύρο ετούτο είναι δωρεά μιας πονεμένης καρδιάς προς τον ελεήμονα Κύριο του κόσμου. Το πολύτιμο μύρο ήταν μια μικρό δείγμα της μεγάλης μετάνοιας και ευγνωμοσύνης αυτής της γυναίκας. Έτσι γύρισε τέλος προς αυτή και της είπε “ αφέονται σου αι αμαρτίαι… η πίστις σου σέσωσε σε, πορεύου εις ειρήνην”. Τα τελευταία αυτά λόγια εξόργισαν περισσότερο τους συγκεντρωμένους, Ποίος είναι αυτός που μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες ;

Τη Μ. Πέμπτη εορτάζουμε τα σωτήρια γεγονότα που συνέβηκαν κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, τον ιερό Νιπτήρα, την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, την Αρχιερατική Προσευχή του Κυρίου και την Προδοσία του Ιούδα.
Τη Αγία και Μεγάλη Πέμπτη οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θείοι πατέρες αλληλοδιαδόχως εκ τε των θείων αποστόλων και των ιερών Ευαγγελίων παραδεδώκασιν ημίν τέσσερα τινα εορτάζειν, τον ιερόν Νιπτήρα, τον Μυστικόν Δείπνον (δηλαδή την παράδοσιν των καθ’ ημάς φρικτών μυστηρίων), την υπερφυά προσευχήν και την προδοσίαν αυτήν”. Αυτό είναι το συναξάρι της Μ.Πέμπτης. Από σήμερα μπαίνουμε στην τελική ευθεία για το Θείο Πάθος. Την Μ. Πέμπτη οι θείοι πατέρες καθόρισαν να εορτάζουμε τα μεγάλα γεγονότα που συνέβηκαν την ημέρα που ο Χριστός μας συνελήφθηκε από τους ανόμους εχθρούς Του. Σύμφωνα με τα ιερά Ευαγγέλια την Πέμπτη ημέρα εκείνης της εβδομάδος ο Κύριος, ως Θεός, γνωρίζοντας τα μέλλοντα να συμβούν θέλησε να δειπνήσει για τελευταία φορά με τους αγαπημένους Του μαθητές. Γι’ αυτό οργάνωσε τραπέζι σε κάποιο υπερώο της Ιερουσαλήμ. Ο δείπνος αυτός έγινε την Πέμπτη το βράδυ, ονομάζεται δε Μυστικός Δείπνος επειδή κατά τη διάρκειά του έλαβαν χώρα σπουδαιότατα γεγονότα που έχουν σχέση με τη σωτηρία μας, ακατανόητα στο ανθρώπινο μυαλό.

Την Μ. Παρασκευή προσκυνούμε τα άγια και σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου μας
Τη Αγία και Μεγάλη Παρασκευή τα Άγια και Φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού επιτελούμεν' τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον, α δι' ημάς εκών κατεδέξατο' έτι δε και την του ευγνώμονος ληστού, του συσταυρωθέντος αυτώ, σωτήριον εν τω σταυρώ ομολογίαν".
Μεγάλη Παρασκευή, ημέρα γενικού πένθους και θρήνου για εκατομμύρια πιστούς. Ημέρα απόλυτης νηστείας, προσευχής και περισυλλογής. Ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων και Κύριος των Κυριευόντων βρίσκεται κρεμασμένος επί του ξύλου ως κακούργος. Η ανθρώπινη κακία έφτασε στο έσχατο σημείο της πτώσης της, ο άνθρωπος έγινε θεοκτόνος!
…Η Μεγάλη Παρασκευή είναι μια ξεχωριστή ημέρα για τους ορθοδόξους πιστούς. Γνωρίζουμε ότι το σεπτό θείο πάθος λειτούργησε λυτρωτικά για μας. Λυπούμαστε για τα αμαρτήματά μας, για την κατάπτωσή μας και προπαντός για την θεοκτονία. Παράλληλα όμως χαιρόμαστε που η Μεγάλη Θυσία του Χριστού έγινε αιτία και μέσον απολύτρωσης του ανθρωπίνου γένους.. Η ανάσταση που επακολούθησε το θάνατο του Σωτήρος, έγινε η απαρχή και της δικής μας ανάστασης.
το Μ. Σάββατο τιμάμε τη θεόσωμο Ταφή του Κυρίου μας και την εις Άδου Κάθοδόν Του.
Τω αγίω και μεγάλω Σαββάτω, την θεόσωμον ταφήν και την εις άδου κάθοδον του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εορτάζομεν, δι' ων της φθοράς το ημέτερον γένος ανακληθέν προς αιωνίαν ζωήν μεταβέβηκε". Με αυτά τα λόγια ο ιερός Συναξαριστής χαρακτηρίζει το περιεχόμενο του Μεγάλου Σαββάτου.
Το Θείο Δράμα έλαβε τέλος. Ο εκουσίως παθών, χάριν της σωτηρίας του πολύπαθου ανθρωπίνου γένους, Κύριος Ιησούς Χριστός, δοκίμασε, ως άνθρωπος, και το πικρό ποτήρι του θανάτου, ως το αποκορύφωμα του πάθους Του. Περί την ενάτη ώρα της Παρασκευής εξέπνευσε πάνω στον επώδυνο σταυρό, πολύ γρηγορότερα από όσο περίμεναν οι δήμιοί Του. (Μάρκ.15:44). Το ασθενικό και ασκητικό Σαρκίο Του δεν άντεξε για πολύ τους αφάνταστα αφόρητους πόνους της σταυρώσεως
Επειδή η επόμενη ημέρα ήταν Πάσχα για τους Ιουδαίους έπρεπε να κατέβουν τα σώματα από τους σταυρούς και να θαφτούν πριν τη δύση του ηλίου. Για να επιταχύνουν το θάνατο τον καταδίκων έσπαζαν τα κόκαλά τους με σιδερένιους λοστούς. Για τον Κύριο δεν χρειάστηκε να αρθώσουν τα μέλη "ως είδον αυτόν ήδη τεθνηκότα"(Ιωάν.19:33). Μόνο που "εις των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευράν ένυξε, και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ" (Ιωάν.19:34). Κατόπιν οι επιφανείς Ιουδαίοι πολίτες και κρυφοί μαθητές του Χριστού "δια τον φόβον των Ιουδαίων" (Ιωάν.!9:38), Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας και ο βουλευτής Νικόδημος, θέλησαν να αποδώσουν τις πρέπουσες επικήδειες τιμές στον αγαπημένο τους δάσκαλο. Ο Ιωσήφ "εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού… γνούς από του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω Ιωσήφ. Και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ανείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ό ήν λελατομημένον εκ πέτρας και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου" (Μάρκ.15:43-46).
Μετά την εκπνοή Του επί του σταυρού η ψυχή του Κυρίου, ακολουθώντας τον απαράβατο νόμο του θανάτου, κατέβηκε στον άδη, τον προαιώνιο σκοτεινό τόπο - δεσμωτήριο των ανθρωπίνων ψυχών. Ο απόστολος Πέτρος μας διαβεβαίωσε πως "Χριστός άπαξ περί αμαρτιών έπαθε, δίκαιος υπέρ αδίκων , ίνα ημάς προσάγη τω Θεώ, θανατωθείς μεν σαρκί, ζωοποιηθείς δε πνεύματι' εν ω και τοις εν φυλακή πνεύμασι πορευθείς εκήρυξεν" (1 Πέτρ.3:18-19). Επίσης ο απόστολος Παύλος έγραψε ότι ο Χριστός "κατέβη πρώτον εις τα κατώτερα μέρη της γης" (Εφεσ.4:9), υπονοώντας ασφαλώς την εις άδου κάθοδο Του.
Σύμφωνα με σαφή προφητικά χωρία της Αγίας Γραφής η κάθοδος του Χριστού στον άδη υπήρξε επεισοδιακή. Η παρουσία του Θεού στον τόπο του πικρού δεσμωτηρίου των ψυχών έφερε αναστάτωση. Οι αιώνιες πύλες του παμφάγου άδη γκρεμίστηκαν και οι φύλακες πυλωροί έφριξαν μπροστά στο μεγαλείο και το φως της θεότητας. Ο Χριστός συνέχισε και εκεί το απολυτρωτικό Του έργο. Κήρυξε το ευαγγέλιο της σωτηρίας στα απ' αιώνος δέσμια πνεύματα και όσα από αυτά πίστεψαν ελευθερώθηκαν και ανέβηκαν μαζί με τον Κύριο από τον άδη.
Το πνεύμα του Κυρίου ήταν αδύνατο να μείνει στον εκεί, στον τόπο της βασάνου. Γι' αυτό και ανέστη. Επίσης οι πιστοί του Χριστού που συναποτελούν το μυστικό Του σώμα δεν μπορούν πια να μείνουν και αυτοί δέσμιοι του άδη.
Η εις άδου κάθοδο του Κυρίου σήμανε την κατάλυση του κράτους και της εξουσίας του άρχοντος του σκότους στους πιστούς του Χριστού. Αυτή η νίκη είναι το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους, διότι νικήθηκε ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου ο θάνατος. Από τότε άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο για την ανθρωπότητα, εγκαινιάστηκε μια νέα εποχή γι' αυτή.

Αφιέρωμα στην Μεγάλη Εβδομάδα: Τι είναι, Πως βιώνεται, Τι τελείται

Αντώνης Χρήστου
Τι είναι Μεγάλη Εβδομάδα;
Η Μεγάλη Εβδομάδα είναι η εβδομάδα πριν το Πάσχα (από την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ μέχρι το Μ. Σάββατο) και ονομάζεται «Μεγάλη», όχι γιατί έχει περισσότερες μέρες ή ώρες από τις άλλες εβδομάδες, αλλά γιατί τα γεγονότα όπου τελούνται και βιώνονται στους Ιερούς Ναούς είναι κοσμοσωτήρια για τον άνθρωπο!
Πώς βιώνεται ο λειτουργικός χρόνος τη Μεγάλη εβδομάδα;
Η Εκκλησία από την μεγάλη της φιλανθρωπία, για να μπορέσουν όσο είναι δυνατόν περισσότεροι πιστοί να συμμετέχουν στις Ακολουθίες, επέτρεψε από την αρχή της Μ. Εβδομάδας, να ψάλλεται ο Όρθρος της επόμενης ημέρας. (π.χ. την Κυριακή των Βαϊων το βράδυ ψάλλεται ο Όρθρος της Μεγάλης Δευτέρας).
Τι τελείται τις ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας;
Οι τέσσερις πρώτες ημέρες μας προετοιμάζουν πνευματικά για το θείο δράμα και οι Ακολουθίες ονομάζονται «Ακολουθίες του Νυμφίου».
Μεγάλη Δευτέρα (Κυριακή Βαϊων βράδυ):
Την Μεγάλη Δευτέρα κυριαρχούν δύο γεγονότα:
α) Η ζωή του Ιωσήφ του 11ου γιού του Πατριάρχη Ιακώβ, του ονομαζόμενου Παγκάλου, δηλαδή του ωραίου στο σώμα και τη ψυχή. Ο Ιωσήφ προεικονίζει με την περιπέτειά του (που πουλήθηκε σκλάβος στην Αίγυπτο) τον ίδιο τον Χριστό και το πάθος Του.
β) Το περιστατικό της άκαρπης συκιάς που ξέρανε ο Χριστός (Ματθ. 21, 18-22): Συμβολίζει την Συναγωγή των Εβραίων και γενικά την ζωή του Ισραηλιτικού λαού που ήταν άκαρποι από καλά έργα.
Μεγάλη Τρίτη (Μεγάλη Δευτέρα βράδυ):
Την Μεγάλη Τρίτη θυμόμαστε και ζούμε δύο παραβολές:
α) Των δέκα παρθένων (Ματθ. 25,1-13) που μας διδάσκει να είμαστε έτοιμοι και γεμάτοι από πίστη και φιλανθρωπία.
β) Των Ταλάντων (Ματθ. 25,14-30), που μας διδάσκει να είμαστε εργατικοί και πρέπει να καλλιεργούμε και να αυξήσουμε τα πνευματικά μας χαρίσματα.
Μεγάλη Τετάρτη (Μεγάλη Τρίτη βράδυ):
Η Μεγάλη Τετάρτη είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7,47), που μετανιωμένη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματά της, γιατί έδειξε μεγάλη αγάπη και πίστη στον Κύριο. Ψάλλεται το περίφημο τροπάριο (δοξαστικό) της Υμνογράφου Μοναχής Κασσιανής.
Μεγάλη Πέμπτη (Μεγάλη Τετάρτη βράδυ):
Την Μεγάλη Πέμπτη γιορτάζουμε 4 γεγονότα :
α) Τον Ιερό Νιπτήρα, το πλύσιμο δηλαδή των ποδιών των μαθητών από τον Κύριο, δείχνοντας για το ποια πρέπει να είναι η διακονία των πιστών στην Εκκλησία.
β) Τον Μυστικό Δείπνο, δηλαδή την παράδοση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.
γ) Την Προσευχή του Κυρίου, στο Όρος των Ελαιών και
δ) την Προδοσία του Ιούδα, δηλαδή την αρχή του Πάθους του Κυρίου.
Μεγάλη Παρασκευή (Μεγάλη Πέμπτη βράδυ):
Την Μεγάλη Παρασκευή έχουμε την Κορύφωση του θείου δράματος, τελείται η «Ακολουθία των Παθών» και θυμόμαστε και βιώνουμε τα Σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού μας. Δηλαδή:
α) Τα πτυσίματα
β) τα μαστιγώματα
γ) τις κοροϊδίες
δ) τους εξευτιλισμούς
ε) τα κτυπήματα
στ) το αγκάθινο στεφάνι και κυρίως την
ζ) Σταύρωση και
η) τον θάνατο του Χριστού μας.
Μεγάλο Σάββατο (Μεγάλη Παρασκευή πρωϊ και βράδυ):
Το Μεγάλο Σάββατο το πρωϊ γιορτάζουμε:
α) την Ταφή Του Κυρίου και
β) την Κάθοδο Του στον Άδη, όπου κήρυξε σε όλους τους νεκρούς. Έτσι Μεγάλη Παρασκευή το πρωϊ (ημερολογιακά), τελούνται οι εξής ακολουθίες: Ακολουθία των Μεγάλες Ωρών και στις 12.00 το μεσημέρι της Αποκαθηλώσεως, δηλαδή την Ταφή Του Κυρίου από τον Ιωσήφ τον Αριμαθαίας και το Νικόδημο τον Φαρισαίο, μέλος του Μ. Συμβουλίου και κρυφό μαθητή του Κυρίου.
Την Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ (ημερολογιακά) ψάλλονται τα Εγκώμια και έχουμε την περιφορά του Επιταφίου!
Κυριακή του Πάσχα (Μ. Σάββατο πρωϊ και νύχτα από τις 12.00 π.μ):
Το Μεγάλο Σάββατο (ημερολογιακά) το πρωϊ, έχουμε την λεγόμενη «1η Ανάσταση», δηλαδή το προανάκρουσμα της Αναστάσεως που μεταδίδουν οι ύμνοι και της προσμονής της λυτρώσεως όλης της κτίσεως από την φθορά και τον θάνατο!
Το Μεγάλο Σάββατο στις 12.00 (δηλαδή ουσιαστικά την Κυριακή), έχουμε την ζωηφόρο Ανάσταση του Κυρίου μας, την ήττα του θανάτου και της φθοράς και την αφή του Αγίου Φωτός στον κόσμο από το Πανάγιο Τάφο.
Κυριακή του Πάσχα στις 11.00 π.μ. ή το απόγευμα, τελείται ο «Εσπερινός της Αγάπης», όπου σε πολλές γλώσσες διαβάζεται το Ιερό Ευαγγέλιο και διατρανώνεται παγκοσμίως η νίκη του θανάτου και η εποχή της Καινούριας Διαθήκης, της χαράς και της Αναστάσιμης ελπίδας.Ποιο είναι το βαθύτερο νόημα των Παθών και της Αναστάσεως για όλους εμάς τους Πίστους;
Οι πιστοί βιώνουμε τα πάθη και την ανάσταση του Χριστού συμμετέχοντας ενεργά σε αυτά με «συμπόρευση», «συσταύρωση» και «συνανάσταση»! Ο Χριστός με την θέληση του (εκουσίως), έπαθε και ανέστη για να σωθούμε όλοι εμείς! Αυτό σημαίνει ότι δεν λυπούμαστε «μοιρολατρικά» για το Πάθος του, αλλά για τις δικές μας αμαρτίες και αφού μετανοιώνουμε ειλικρινώς μπορούμε την αντικειμενική σωτηρία που χάραξε ο Χριστός να την κάνουμε και υποκειμενική - προσωπική σωτηρία!



Τί νόημα έχει το έθιμο να περνούν οι πιστοί μετά την περιφορά του Επιταφίου, κάτω από τον Επιτάφιο;

Το να περνούν οι πιστοί κάτω από τον Επιτάφιο, είναι μια πολύ καλή και ευσεβής συνήθεια.
Το νόημα, είναι εμφανές. : «Εκφράζω τη βαθύτατη ευλάβειά μου και την πίστη μου στον θυσιασθέντα, παθόντα και ταφέντα Κύριο, και θέτω τον εαυτό μου εν ταπεινώσει κάτω από Αυτόν και κάτω από τη θαυμαστή και θεϊκή επίδραση και ευλογία Του».

Το ίδιο γίνεται και με το Ι.Πετραχήλι, όπου σκύβω κάτω από αυτό, για να δεχθώ την ευλογία και την ευχή του Ιερέα, είτε στην Εξομολόγηση, είτε στο Ευχέλαιο, είτε σε οποιαδήποτε άλλη Ευχή.


Το ίδιο γίνεται και όταν εορτάζει κάποιος Άγιος και λιτανεύεται η Ιερά Εικόνα του, ή το σκήνωμά του (πχ Αγ.Γεράσιμος) ή ένα θαυματουργό Εικόνισμα της Παναγίας (πχ στην Τήνο). Βλέπουμε εκατοντάδες ανθρώπων που στρώνονται στο έδαφος, γιά να περάσει από πάνω τους η «χάρη». Συχνά το ίδιο επαναλαμβάνεται και με τα Άγια Δώρα, στη Μ.Είσοδο.

Αλλά, παρόμοια συνήθεια περιγράφεται και στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου θαυμαστά σημεία λάμβαναν χώρα, όταν και μόνο η σκιά των Αποστόλων που περνούσε πάνω από ασθενείς, ήταν αρκετή για να τους θεραπεύσει: «Ο σεβασμός δε και η εκτίμησις του λαού προς αυτούς (τους Αποστόλους) δια την θείαν δύναμιν, που ενεργούσε δια μέσου αυτών, ήτο τόσος, ώστε έβγαζαν τους ασθενείς εις τας πλατείας και τους έβαζαν οι μεν πλούσιοι επάνω εις κλίνας, οι δε πτωχοί εις απέριττα κρεββάτια, ώστε, όταν θα ήρχετο και θα επερνούσε ο Πετρος, και η σκια του έστω να πέση επάνω εις κανένα από αυτούς, δια να τον θεραπεύση». (Πράξ. 5,15)

Το μόνο, που απαιτεί προσοχή και δηλώνει ασέβεια και ολιγοπιστία, είναι εκείνο το άγχος να τρέξουμε και να περάσουμε οπωσδήποτε από 3 ή από 7 Επιταφίους.. Πάντα η θρησκοληψία καιροφυλακτεί, για να θολώσει την θεοσέβεια...


π.Θεολόγος

Γιατί ο Δείπνος της Μ. Πέμπτης, ονομάζεται "Μυστικός Δείπνος";

Η λέξη μυστικός παράγεται από το "μύστης" και αυτό από το "μυώ". Άρα ο Δείπνος αυτός δεν έγινε κρυφά και απομονωμένα, αλλά για να αποκαλύψει, παρουσιάσει και διδάξει στους δώδεκα μαθητές Του ο Κύριος, ότι το μυστήριο της Σταυρικής Του Θυσίας ήδη έχει συντελεσθεί. Ο Δείπνος εκείνης της Πέμπτης λέγεται και είναι "ΜΥΣΤΙΚΟΣ", διότι εμύησε ο Κύριος τους Μαθητές Του και διά των Μαθητών εμάς στη σωτήρια θυσία: Ιερούργησε ο ίδιος τη Σταυρική Θυσία του Γολγοθά. Με τον Μυστικό Δείπνο ο Χριστός με τρόπο ασύλληπτο από τον ανθρώπινο νου και την κοινή λογική, προλαβαίνει τα γεγονότα της προδοσίας, της Δίκης, των Παθών, του Γολγοθά και της Θυσίας πάνω στον Σταυρό. Και τα προλαμβάνει διότι είναι παρόντα στην τροφή του Παναγίου Σώματος και του Τιμίου Αίματος Του..."Φάγετε από το Σώμα μου", τους λέγει, "και πίετε από το Αίμα μου". Είμαι το "Εσφαγμένο Αρνίον". Για να μας ομιλεί έτσι ο Κύριος, σημαίνει ότι η Θυσία έχει ήδη συντελεσθεί και συνεχίζει με την δική μας Θεία Λειτουργία να συντελείται!

πρ. Στέφανος Αναγνωστόπουλος.

Πότε η εκκλησία μας έχει γενέθλια και γιατί;

Η ημέρα που θεωρείται ως "γενέθλιος ημέρα" της εκκλησίας μας είναι η Πεντηκοστή.
Εκείνη τη μέρα ουσιαστικά, με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, έγινε το θαύμα της ένωσης των ανθρώπων με το Θεό. Αυτό ακριβώς είναι και ονομάζεται εκκλησία, η ένωση του ανθρώπου με το Θεό, που για πρώτη φορά αποκαλύφθηκε την ημέρα της Πεντηκοστής.
Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε και να καταλάβουμε είναι ότι ο Χριστός είχε πει στους Μαθητές του ότι θα αποστείλη το Άγιον Πνεύμα το οποίο θα τους διδάξη την πάσαν αλήθειαν. Αυτό ακριβώς έγινε την ημέρα της πεντηκοστής. Μόνο τότε αποκαλύφτηκε αυτή η αλήθεια (και ποτέ ξανά στην πορεία του χρόνου, που σημαίνει ότι η αλήθεια αποκαλύφτηκε τότε εφάπαξ) δηλαδή η Εκκλησία από πνευματική, έγινε Σώμα Χριστού.
Όλα τα τροπάρια εκείνης της ημέρας αναφέρονται στην εκκλησία

Το τροπάριο της εορτής:

Ευλογητός ει, Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το Άγιον, και δι’ αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας. Φιλάνθρωπε, δόξα σοι.


Ποιά η διαφορά της εορτής της Πεντηκοστής με την εορτή του Αγίου Πνεύματος;

Ουσιαστικά δεν υπάρχει καμία διαφορά.

Η εορτή της Πεντηκοστής είναι εορτή της Αγίας Τριάδος, αφού με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος μαθαίνουμε ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε κατά την ημέρα της Κυριακής. Την ήμερα αυτή,  ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί την Πεντηκοστή τελευταία εορτή από πλευράς αναπλάσεως και ανακαινίσεως του ανθρώπου: "Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία".

Οι άγιοι Πατέρες μας λοιπόν, πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας,
για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημερα την Δευτέρα.
Βέβαια,  όπως διδαχθήκαμε και πιστεύουμε,
κοινή είναι η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθή και να απομονωθή ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το Άγιον Πνεύμα είναι ομοούσιο με τον Υιό και τον Πατέρα, γιατί και τα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος έχουν κοινή ουσία ή φύση, και κοινή ενέργεια.

Το υπόμνημα του Πεντηκοσταρίου της Δευτέρας του Αγίου Πνέυματος είναι χαρακτηριστικό:


Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Δευτέρᾳ τῆς Πεντηκοστῆς, αὐτὸ τὸ πανάγιον, καὶ ζωοποιόν, καὶ παντοδύναμον ἑορτάζομεν Πνεῦμα, τὸν ἕνα τῆς Τριάδος Θεόν, τὸ Ὁμότιμον, καὶ Ὁμοούσιον, καὶ Ὁμόδοξον τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ.
Στίχοι
Πᾶσα πνοή, δόξαζε Πνεῦμα Κυρίου,
Δι' οὗ πονηρῶν πνευμάτων φροῦδα θράση.
 Τῇ ἐπιφοιτήσει τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πρεσβείαις τῶν Ἀποστόλων σου, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν. 

  Και της Κυριακής της Πεντηκοστής αναφέρει:

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ ὀγδόῃ ἀπὸ τοῦ Πάσχα, τὴν ἁγίαν Πεντηκοστὴν ἑορτάζομεν.
Στίχοι
Πνοῇ βιαίᾳ γλωσσοπυρσεύτως νέμει,
Χριστὸς τὸ θεῖον Πνεῦμα τοῖς Ἀποστόλοις.
Ἐκκέχυται μεγάλῳ ἑνὶ ἤματι Πνεῦμ' ἁλιεῦσι.
Ταῖς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.


Συμπερασματικά:

Οι άγιοι Πατέρες μας πού έβαλαν σε άριστη σειρά και τάξη όλα τα θέματα της πίστεως μας, για να δώσουν τιμή στο Άγιο Πνεύμα, όρισαν να το εορτάζουμε και κατά την Πεντηκοστή, αλλά και ξεχωριστά την επόμενη ημέρα. Εμείς, πρέπει να γνωρίζουμε ότι την ήμερα αυτή, όταν εορταζόταν η Πεντηκοστή των Εβραίων, ήλθε το Άγιο Πνεύμα στους Μαθητές του Χριστού. Επειδή, λοιπόν, οι Άγιοι Πατέρες θεώρησαν καλό να ξεχωρίσουν τις γιορτές για να τιμήσουν με τον τρόπο αυτό το μεγαλείο του Παναγίου και Ζωοποιού Πνεύματος, γι’ αυτό εορτάζουμε το Πανάγιο Πνεύμα, πού είναι μία υπόσταση της Αγίας Τριάδος.


πηγές: Συναξάριον Πεντηκοσταρίου, "Δεσποτικές Εορτές" Μητροπολίτου Ναυπάκτου κκ Ιεροθέου, "τί γιορτάζουμε από το Τριώδιο έως την Πεντηκοστή, ιερομ. Ιερωνύμου Δελημάρη.


























'' Η Αναγνώριση και ανακήρυξη των Αγίων ''.                                                                                                                                                                                                                                                                                                


   Η αναγνώριση και ανακήρυξη των αγίων στην Ορθόδοξη Εκκλησία, διαχωρίζεται σε δύο περιόδους. Η μία περίοδος διαρκεί από την αρχή της ύπαρξής της, μέχρι και τον 15ο αιώνα και από τον 15ο αιώνα μέχρι και σήμερα. Με την έννοια ανακήρυξη στην Ορθόδοξη Εκκλησία αναφέρουμε "την ιδιαίτερη εν Χριστώ αποδοχή και τιμή, που αυθόρμητα αποδίδει το πλήρωμα μίας τοπικής εκκλησίας σε ορισμένα αποθανόντα μέλη της, τα οποία ξεχώρισαν για την αφοσίωσή τους στο Θεό"[11]. Η διοικούσα εκκλησία μετά την αναγνώρισή τους, τους αναγράφει στα Δίπτυχά της και έτσι προτρέπει να τιμώνται και να γίνονται παραδείγματα προς μίμηση.
Σήμερα έχει επικρατήσει ο όρος "αγιοποίηση", που κατά την Ορθόδοξη παράδοση και θεολογία είναι απαράδεκτος, ως έννοια και όρος, καθότι τέτοιες εκφράσεις προϋποθέτουν δικανικές θέσεις, που είναι ξένες προς την Ορθόδοξη παράδοση[12].
  Κατά την πρώτη περίοδο το μόνο κριτήριο για την κατάταξη ενός Αγίου στα δίπτυχα της εκκλησίας, ήταν η αναγνώρισή του από το λαό της εκκλησίας, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται κάποια εκκλησιαστική διαδικασία για την καθολική του αποδοχή. Αυτό το καθεστώς διατηρήθηκε μέχρι και τον 15ο αιώνα, με μερικές τυπικές διαφοροποιήσεις οι οποίες αφορούσαν το είδος του αγίου (αν ήταν φερ ειπείν μάρτυρες, Ομολογητές κ.α.). Τα στοιχεία που γενικά θεωρούνταν ως τεκμήρια αγιότητας ήταν η ορθή πίστη, η τήρηση των αρετών, το μαρτύριο[13] και τα θαύματα. Επίσης τα αναλλοίωτα σκηνώματα ή αυτά τα οποία ευωδίαζαν. Θα πρέπει όμως εδώ να λεχθεί, πως τα θαύματα ή η παρουσία θαυματουργικών φαινομένων δε θεωρήθηκαν ποτέ απαραίτητα από την εκκλησία για να καταταχθεί κάποιος στα δίπτυχά της[14]. Πρέπει επίσης να λεχθεί πως στην πρώτη εκκλησία πολλοί πιστοί, οι οποίοι ακόμα δεν είχαν προλάβει να βαπτιστούν, είχαν μαρτυρήσει αναγνωριζόμενοι από το σώμα της εκκλησίας ως Άγιοι. Σε αυτή την περίπτωση θεωρείτο ως βάπτισμα του Αίματος, το οποίο αντικαθιστούσε το κανονικό βάπτισμα. Άλλοι επισης δεν είχαν προλάβει να διάγουν ευσεβή βίο, αλλά και σε αυτή την περίπτωση το μαρτύριο υπέρ της πίστεως, ως νέο βάπτισμα καθαιρούσε τις αμαρτίες τους. Κάποιες φορές, ενώ η διοικούσα εκκλησία δεν ανέγραφε μερικούς ενάρετους ανθρώπους στα δίπτυχά της, ο λαός τελικά επέβαλλε το φρόνημά του, όπως στην περίπτωση του Ιωάννη του Χρυσοστόμου ή και το αντίστροφο όπως στην περίπτωση του λαού της Αλεξάνδρειας ο οποίος ακύρωσε την ανακήρυξη του Αμμωνίου από τον Κύριλλο, ως Άγιο[15].
  Μετά την αναγνώριση η εκκλησία μνημονεύει τον Άγιο στη θεία Λειτουργία, καθορίζει ετήσια εορτή του, ενώ εκθέτει εικόνες του αγίου και λείψανα προς προσκύνηση, συντάσσοντας και ασματική ακολουθία. Από το 15ο αιώνα και μετά όμως παρουσιάζονται μερικές εξελίξεις στον τρόπο αναγνώρισης ενός αγίου. Αυτό διαπιστώνεται από τον τρόπο ανακηρύξεως κάποιων Αγίων όπως του Γρηγορίου Παλαμά, του Αγίου Μελετίου κ.α. Σύμφωνα με αυτές τονίζεται ότι για να γίνει κάποιος τοπικός άγιος δε χρειάζεται προηγούμενη συνοδική απόφαση. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Γρηγορίου Παλαμά, ο οποίος αναγνωρίστηκε άμεσα μετά την κοίμησή του ως Άγιος από τους Θεσσαλονικείς. Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο το ίδιο το σώμα της εκκλησίας να ανακηρύσσει ένα άγιο και να τον τιμούν με δική τους πρωτοβουλία. Εν συνεχεία όμως επέρχεται συνοδική απόφαση έτσι ώστε να εορτάζεται από όλη την εκκλησία[16]. Τότε ζητούνται αποδείξεις από τον κάθε τοπικό λαό σχετικά με την αγιότητα του εκάστοτε αγίου, ώστε να συνταχθεί σχετικός κατάλογος και να επέλθει σχετικός έλεγχος της αξιοπιστίας του, για να ανακηρυχθεί τελικά Άγιος.




                                            

                            '' Το Σημείο του Σταυρού ''.




  1) Ο Σταυρός τον οποίον τυπούμεν κάθε μέρα στο σώμα μας. Τυπούται με τον εξής τρόπο: Ενωμένοι οι τρεις πρώτοι δάκτυλοι που εικονίζουν την Αγία Τριάδα, και ενωμένοι οι δύο τελευταίοι εικονίζουν τις δυο φύσεις του Χριστού, την θείαν και την ανθρώπινη (τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος).

  Θέτοντας τους τρεις δακτύλους εις το μέτωπο σημαίνει, ότι κατήλθε ο Χριστός εκ των πατρικών κόλπων χωρίς να χωρισθεί απ' αυτών.
 Κατόπιν θέτοντας τον στην κοιλία μας, σημαίνει, ότι εσαρκώθει εις την άμωμον κοιλία την Αειπαρθένου Μαρίας, θέτοντας αυτούς εις τον δεξιόν ώμον και στον αριστερό σημαίνει, ότι θα έλθη να κρίνη ζώντας και νεκρούς και τους μεν δίκαιους θα στήση εκ δεξιών, τους δε αμαρτωλούς εξ αριστερών.
 2) Όσοι Χριστιανοί δεν κάνουν σωστά το σημείο του Σταυρού, χαροποιούν τον δαίμονα. Και είναι τρομερό, αντί να αγιαζόμαστε που κάνουμε το Σταυρό μας αμαρτάνουμε με αυτή την απροσεξία μας, γι' αυτό αγαπητοί μας να προσέχουμε και με ευλάβεια και σεβασμό να κάνουμε το Σταυρό μας και θα λαμβάνουμε πολλά οφέλη όπως μας λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας. Σχηματίζεται δε προστατευτική ασπίδα γύρω μας, ακατανίκητη από κάθε εχθρό και από κάθε κακό επίγειο και εναέριο.

  Ο Μέγας Άγιος της Εκκλησίας μας Αθανάσιος λέει: «Σημείο πιστών ο Σταυρός και φόβος δαιμόνων, τω σημείω του Σταυρού πάσα μαγεία παύεται». Καθώς και ο Αγ. Επιφάνιος λέει:

 «Εις το όνομα του Χριστού και στη σφραγίδα του Σταυρού, δεν ισχύει μαγείας δύναμη». Μη ντρεπόμαστε το Σταυρό να κάνουμε φανερά, γιατί είναι αμαρτία και όταν πρόκειται να βγούμε από το σπίτι ας λέμε αυτή τη φράση:

 «Αποτάσσομαι σοι, Σατανά τη πομπή σου και τη λατρεία σου και συντάσσομαί σοι Χριστέ».

  Τότε ούτε ο άνθρωπος ούτε ο διάβολος θα μπορέσει να σε βλάψει όπως μας λέει ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

  Παρ' όλα αυτά σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που βλασφημούν τον Ι. Σταυρό, που και οι δαίμονες φρίττουν αν και θέλουν να λέγονται Χριστιανοί.




                                  

                            Εσύ είσαι η Αγάπη Μου! 

 


 Όσο η Θυσία δεν είναι παρούσα στο μυστήριο της αγάπης, κάτι ουσιαστικό λείπει, κάτι ουσιαστικό είναι απόν από αυτή και η αγάπη είναι καταδικασμένη στην καταστροφή.
Θυσία σημαίνει να είσαι φτιαγμένος άγια, να κομίζεις τον εαυτό σου ως μία προσφορά προκειμένου οι άλλοι να πληρωθούν μέσα σε τέλεια αμοιβαία ενατένιση. Αυτό ακριβώς πραγματώνεται μέσα στην ενδοτριαδική σχέση του Θεού μας (μεταξύ Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος).
Αυτό μας δίνει ένα εκπληκτικά δυναμικό όραμα του Θεού μας, ενός Θεού που είναι ζωντανός όχι επειδή είναι φτιαγμένος κατ’ αυτόν τον τρόπο και ανίκανος για οτιδήποτε άλλο από το θριαμβικό Του Φως, αλλά ενός Θεού που είναι αγάπη, ενός Θεού θυσιαστικής αγάπης, τέτοιας που σημάδεψε τον Σταυρό, ενός Θεού που αποδέχεται, καταφάσκει και επιλέγει τον θάνατο ως μία έκφραση αγάπης, ενός Θεού στον οποίο είναι εγγενές το μυστήριο της Ανάστασης, της νίκης καταπάνω στον θάνατο.

Όταν η αγάπη κάνει την εμφάνισή της, ο πόθος του ανθρώπου να επιβεβαιώσει τον εαυτό του παραμένει στο ξεκίνημα ακόμα δυνατός. Λέμε «εσύ είσαι η αγάπη μου» και τονίζουμε τρομερά τη λέξη «μου» εκλαμβάνοντας το «εσύ» σαν αντικείμενο και χρησιμοποιώντας τη λέξη «αγάπη» όχι ως όνομα ζωογόνου δυναμικής αλλά σαν έναν απλό και σκέτο σύνδεσμο που συνδέει το «εσύ» με το «μου».
Όταν όμως η αγάπη προκόβει, όταν ανακαλύπτοντας τον άλλο, αυξάνεται ο θαυμασμός, η εκστατικότητα, η λατρεία και ο σεβασμός του προσώπου του, τότε το «μου» αρχίζει να συρρικνώνεται, το «εσύ» να αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και η σχέση μεταξύ των δύο δεν είναι πια μία απλή σχέση συνδέσμου αλλά γίνεται μία σχέση αληθινά δυναμική. Σ’ αυτή τη σχέση ο άλλος αποκτά μία ολοένα μεγαλύτερη σημασία και ταυτόχρονα η δική μου σημασία γίνεται ολοένα και λιγότερη, έτσι ώστε σταδιακά το αγαπημένο πρόσωπο να σημαίνει τα πάντα και το «εγώ» να μη σημαίνει τίποτα πια για μένα. 
Αυτό εννοούσε και ο Χριστός όταν έλεγε πως κανείς δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από αυτόν που είναι πρόθυμος να θυσιάσει τη ζωή του για τον αγαπημένο του, τον πλησίον του.
  Αnthony Bloom.      




 

                 

   ''Περί του Μεγάλου Αγιασμού και της χρήσεως αυτού''. 

 

 † ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΡΩΗΝ ΠΑΤΡΩΝ
ΚΥΡΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ

1.  Δέον να είναι σαφές ότι ουδεμία διαφορά υπάρχει εις τον τελούμενον Μέγαν  Αγιασμόν της παραμονής των  Θεοφανείων και εκείνον της κυρίας ημέρας της Εορτής. Ουχί ορθώς νομίζε­ται ότι δήθεν τελείται την παραμονήν «μικρός Αγιασμός» και την επομένην ο «Μέγας». Πρόκειται περί στοιχειώδους αγνοίας και πλάνης. Και εις τας δύο περιπτώσεις πρόκειται περί του Μεγά­λου Αγιασμού.
Μικρός Αγιασμός είναι ο συνήθως κατά μήνα τελούμενος (εις τους Ί. Ναούς και εις οικίας των χριστιανών), ως και εις διαφόρους τελετάς (εγκαινίων οικιών, καταστημάτων και ιδρυμά­των, εις θεμελιώσεις κτισμάτων ή επί τη ενάρξει της χρήσεως και λειτουργίας των κ.λπ.). Ο δε Μέγας Αγιασμός τελείται μόνον δις του έτους (τη 5η και τη 6η Ιανουαρίου) εν τω Ναώ.

2.  Ο Μέγας Αγιασμός φυλάσσεται καθ' όλον το έτος εν τω Ναώ. Φυλάσσεται δε πάντως ουχί άνευ λόγου. Και ο λόγος δεν είναι άλλος, ει μη δια να «μεταλαμβάνεται» υπό των πιστών, υπό ωρισμένας συνθήκας και προϋποθέσεις. Συνηθισμένη είναι η περίπτωσις πού  αφορά εις τους διατελούντος υπό  επιτίμιον του πνευματικού, κωλύον την συμμετοχήν αυτών εις την Θείαν Κοινωνίαν, προς καιρόν, και είθισται να δίδεται εις αυτούς, προς ευλογίαν και παρηγορίαν των, Μέγας Αγιασμός. Ουδέν κώλυμα υφίσταται προς τούτο, εφ' όσον μάλιστα ευρίσκονται εν μετάνοια και εξομολογήσει. Απαραιτήτως όμως πρέπει να συνειδητο­ποιούν ότι ο Μέγας Αγιασμός δεν υποκαθιστά ούτε αντικαθιστά την Θείαν Κοινωνίαν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, προς την οποίαν οφείλουν να προετοιμάζωνται, δια της μετανοίας και απαλλαγής εκ των υπό της αμαρτίας κωλυμάτων, δια να αξιωθούν να κοινωνήσουν το ταχύτερον.
3.  Ερωτάται, εάν ο Μέγας Αγιασμός δύναται να φυλάσσε­ται και κατ' οίκον και να πίνωσιν εξ αυτού εν ώραις ασθενειών και κινδύνων και προς αποτροπήν  βασκανίας ή  άλλων απευ­κταίων καταστάσεων.
Η απάντησις είναι θετική. Παρέχεται εξ αυτού τούτου του ιερού κειμένου της Ακολουθίας του Μεγάλου Αγιασμού, υπό των οποίων προβλέπεται «ίνα πάντες οι αρυόμενοι και μεταλαμ­βάνοντες έχοιεν αυτό (το ηγιασμένον ύδωρ...) προς ιατρείαν παθών, προς αγιασμόν οίκων, προς πάσαν ωφέλειαν επιτήδειον», και δη και «δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσιτον». (Πρβλ. και συναφή ευχήν εις βασκανίαν «φυγάδευσαν και απέλασαν πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον και πάσαν επιβουλήν... και οφθαλμών βασκανίαν των κακοποιών ανθρώπων»).
Αναντιρρήτως χειραγωγείται ούτως ο πιστός να αποφεύγη αλλάς διεξόδους («ξόρκια», μαγείας και τα πλέον απίθανα παρα­σκευάσματα των αφελών και μεθοδείας του πονηρού), και να καταφεύγη εις τα έγκυρα της Εκκλησίας «αγιάσματα», ως ο Μέγας Αγιασμός, (αλλά και ο «μικρός» λεγόμενος αγιασμός), ως συνειδητόν μέλος της Εκκλησίας και μέτοχος των αγιαστικών αυτής μέσων, ως ταμειούχου της θείας χάριτος.
Προϋποτίθεται βεβαίως ότι εις τας οικίας, οπού φυλάσσεται ο Μέγας Αγιασμός, και η κανδήλα θα ανάπτεται και θα καίει επιμελώς, και η ευλάβεια θα υπάρχη εις τα μέλη της οικογενείας, τους συζύγους και τα παιδιά, θα αποφεύγεται δε πάσα αιτία φυγαδεύουσα την Θείαν χάριν (βλασφημίαι ή άλλαι ασχημοσύναι).
4.  Προκειμένου, τέλος, περί της σχέσεως της νηστείας προς την λήψιν του Μεγάλου Αγιασμού και περί των εν γένει προϋποθέσεων της φυλάξεως αυτού κατ' οίκον παρατηρούμεν τα ακό­λουθα.
Η ιστορική αρχή του Μεγάλου Αγιασμού έχει ως εξής. Την παραμονήν των Θεοφανείων εγίνετο —όπως και το Πάσχα και την Πεντηκοστήν— η βάπτισις των Κατηχουμένων. Τα μεσάνυκτα ετελείτο ο αγιασμός του ύδατος δια την βάπτισιν αυτών. Εισήχθη δε συνήθεια να λαμβάνουν οι χριστιανοί εκ του ύδατος τούτου και να το φέρουν εις τους οίκους των εις ευλογίαν, ως μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (Λόγος εις το άγιον βάπτισμα του Σωτήρος Ρ.Ο. 49,366)· και μάλιστα το διετήρουν επί ολόκληρον έτος. «Δια τούτο και εν μεσονύκτιο κατά την εορτήν ταύτην άπαντες υδρευσάμενοι, οίκαδε τα νάματα αποτίθενται, και εις ενιαυτόν ολόκληρον φυλάττουσιν». Η ακολουθία του αγιασμού αργότερα απεμονώθη από το βάπτισμα —μολονότι διετήρησε πολλά στοιχεία αυτού. Παρέμεινε δε η συνήθεια να λαμβάνουν οι πιστοί εκ του ηγιασμένου ύδατος εις τον οίκον των, «προς αγιασμόν οίκων», κατά την καθαγιαστικήν ευχήν.
Ενωρίς, εξ άλλου, καθιερώθη η παραμονή των Θεοφανείων ως ήμερα νηστείας, τοσούτο μάλλον καθόσον ήτο διετεταγμένον: «προνηστευσάτω ο βαπτιζόμενος και ο βαπτίζων»" και όχι μόνον αυτοί, αλλά και οι οικείοι των, και όσοι άλλοι εθελοντικώς ετέλουν νηστείαν «υπέρ των βαπτιζομένων» (παλαιοχριστιανικόν έθος ευάρεστον τω θεώ, και θα ελέγομεν αξιοσύστατον). Υπήρχον ήδη εν τοιαύτη περιπτώσει δύο λόγοι νηστείας την παραμονήν των Θεοφανείων αφ' ενός δια την εορτήν, ως και εις αλλάς Δεσποτικός και Θεομητοριικάς εορτάς, εν προκειμένω μιας μό­νον ημέρας, δια το εόρτιον κλίμα του Δωδεκαημέρου των Χρι­στουγέννων και αφ' έτερου «υπέρ των βαπτιζομένων», ως προεγράφη. Δεν ήτο δύσκολον να εκληφθή και η συγκυρία του Μεγά­λου Αγιασμού ως πρόσθετος λόγος νηστείας, χωρίς αύτη να έχη αιτιώδη σχέσιν με αυτόν.
Μεταφέροντες δε το ζήτημα εις την σημερινήν «πράξιν», θα είπωμεν, εν όψει των ανωτέρω, ότι οι μεν τακτικώς μεταλαμβά­νοντες των αχράντων μυστηρίων και τηρούντες ευλαβώς τας υπό της Εκκλησίας νενομισμένας νηστείας —μεταξύ των οποίων συγ­καταλέγεται και η της παραμονής των Θεοφανείων, είναι ήδη έτοιμοι να πίωσι τον Μέγαν Αγιασμόν κατά το διήμερον της Εορτής ταύτης. Δια δε τους λαμβάνοντας αυτόν περιστασιακώς, ως ορίζει εις αυτούς ο πνευματικός των, ενδείκνυται να τελούν την σχετικήν νηστείαν.
Και οι εκτάκτως μεταλαμβάνοντες κατ' οίκον του Μεγάλου Αγιασμού, εν ώραις ασθενειών, κινδύνων κ.λπ., μετά ή άνευ νη­στείας, πάντως ας φροντίζουν να μη υστερούν εις πνευματι­κήν νηστείαν, απέχοντες «από παντός μολισμού σαρκός και πνεύματος, επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού» (Β' Κορ. 7,1).






                                     

«Γιατί τελούμε τα μνημόσυνα; Τί προσφέρουν στις ψυχές των νεκρών;».

 

 Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν πολλούς Χριστιανούς. Και είναι απολύτως δικαιολογημένα. Γιατί κάθε ορθόδοξος, τελώντας το μνημόσυνο κάποιου προσφιλούς του, επιθυμεί να βεβαιωθεί, αν αυτό που κάνει έχει αντίκρυσμα και αν μπορεί να προκαλέσει ευεργετικά αποτελέσματα στους κεκοιμημένους.
 Από την αρχή πρέπει να τονισθεί ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θεωρεί, τις επιμνημόσυνες δεήσεις, ως απλές αναμνηστικές τελετές, ή απλές κοινωνικές υποχρεώσεις των επιζώντων. Η Εκκλησία του Χριστού είναι χώρος κοινωνίας και ζωής και επομένως τα μνημόσυνα είναι πραγματική και ουσιαστική επικοινωνία εν Χριστώ ζώντων και κεκοιμημένων, μέσω της προσευχής και μάλιστα της θείας λειτουργίας.
  Η Εκκλησία μας πιστεύει ότι ο θάνατος δεν αφανίζει την προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου και επομένως και τους φυσικούς ή πνευματικούς δεσμούς της αγάπης με τους ζώντες. Η αγάπη των μελών της Εκκλησίας ως «σύνδεσμος τελειότητας» συνεχίζεται και πέραν του τάφου και μάλιστα θερμότερη και καθαρότερη, ως απαλλαγμένη των ανθρώπινων μάταιων συμφερόντων. Οι ζώντες στη γη και οι απελθόντες, διά της πίστεως και του θείου βαπτίσματος, αποτελούμε την μία επί γης στρατευόμενη και εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. «Εάν τε ζώμεν, εάν τε αποθνήσκωμεν, του Κυρίου εσμέν» τονίζει κατηγορηματικά ο Απ. Παύλος, φανερώνοντας τις επίγειες και ουράνιες διαστάσεις της Εκκλησίας.
  Στην αγαπητική αυτή εν Χριστώ σχέση ζώντων και τεθνεώτων κορυφαία θέση παίρνει η προσευχή υπέρ αλλήλων. Εμείς προσευχόμαστε γι’ αυτούς και εκείνοι για μας. Η προσευχή δε αυτή έχει και την έννοια της αλληλοσυγχωρήσεως. (π. Στανιλοάε). Προσευχόμαστε ως άτομα και ως Εκκλησία για τους νεκρούς μας και τους συγχωρούμε για ό,τι τυχόν μας έχουν κάνει και με αυτό τον τρόπο τους ζητούμε να μας συγχωρήσουν και αυτοί. Στο χώρο της Εκκλησίας προσευχόμαστε όλοι για όλους…
  Για το λόγο αυτό, η Αγία μας Εκκλησία ευθύς εξ αρχής καθιέρωσε ειδικές προσευχές για τους κεκοιμημένους και όρισε σε τακτές ήμερες να τελούνται μνημόσυνα. Η πράξη της αυτή στηρίζεται τόσο σε μαρτυρίες της Αγ. Γραφής, όσο και σε σαφή διδασκαλία των θεόπνευστων Πατέρων.
  Από την Π. Διαθήκη πληροφορούμαστε ότι οι Ισραηλίτες παρεκάλεσαν το Θεό να συγχωρήσει τις ανομίες των προγόνων τους. Όταν δε στους χιτώνες νεκρών Ισραηλιτών στρατιωτών, βρέθηκαν ειδωλολατρικά φυλακτά, πράγμα που εθεωρείτο αμαρτία για έναν Ισραηλίτη, ο λαός προσευχήθηκε στο Θεό, για τις ψυχές των νεκρών αυτών, όπως συγχωρηθεί το αμάρτημά τους. Στην Κ. Διαθήκη ο Απ. Παύλος εύχεται όπως ο Κύριος δώσει στον πιστό Ονησιφόρο -πού ήταν πλέον νεκρός- να βρει έλεος «παρά Κυρίου εν εκείνη τη ημέρα» (Β’. Τιμ. 1).
  Αποστολική διδασκαλία θεωρούν και οι Αγ. Πατέρες τα μνημόσυνα. Κατά τον Ι. Χρυσόστομο οι προσευχές υπέρ των κεκοιμημένων είναι καθορισμένες από το Άγιο Πνεύμα διά των Αγ. Αποστόλων. Ο Αγ. Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «τίποτε δεν έχει παραδοθεί χωρίς λόγο και χωρίς κέρδος από τους κήρυκες και μαθητές του Χριστού και έχει διατηρηθεί στη Εκκλησία του Θεού, αλλά πάντως είναι επωφελές και θεάρεστο, το να μνημονεύονται, κατά την διάρκεια της θείας λειτουργίας, τα ονόματα όσων κοιμήθηκαν με ορθή πίστη». Ο Αγ. Δαμασκηνός θεωρεί τα μνημόσυνα ως «επωφελή και θεάρεστα και πολύ ωφέλιμα και προξενούν μεγάλη σωτηρία», οι δε Αποστολικές Διαταγές συνιστούν να επιτελούμε μνημόσυνα «εν ψαλμοίς και αναγνώσει και προσευχαίς» την τρίτη, την ενάτη και την τεσσαρακοστή ημέρα, καθώς και ετήσια.
  Αλλά το ερώτημα είναι: ωφελούνται οι νεκροί από τις προσευχές μας; Και τί είδους ωφέλεια τους προσγίνεται;
  Ο Άγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων διακηρύσσει: «Πιστεύουμε ότι γίνεται μεγάλη ωφέλεια στις ψυχές για τις οποίες γίνεται η δέηση» και μάλιστα καθ’ ον χρόνο είναι εκτεθειμένη στην Αγ. Τράπεζα «η φρικωδέστατη θυσία». Την αυτή θέση λαμβάνουν ομόφωνα και όλοι οι άλλοι Πατέρες.
  Είναι φανερό ότι οι επιμνημόσυνες ή νεκρώσιμες προσευχές της Εκκλησίας (τρισάγια, μνημόσυνα, κηδείες κ.λπ.) γίνονται υπέρ εκείνων, που έφυγαν από τη ζωή αυτή, σε κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία, αν και αμαρτωλοί «ως σάρκα φορούντες και τον κόσμον οικούντες». Οι δεδηλωμένοι άθεοι ή οι αιρετικοί και όσοι εκούσια και συνειδητά αποκόπτονται από το Άγιο Σώμα της Ζωοποιού Μητέρας Εκκλησίας, παραμένοντες μέχρι θανάτου αμετανόητοι, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να ωφεληθούν από τις προσευχές αυτές.
  Η Εκκλησία μας, βασιζόμενη στην άπειρη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία του Πανάγαθου Θεού, τον ικετεύει να παραβλέψει και συγχωρήσει όλα εκείνα τα ανθρώπινα ολισθήματα και παραπτώματα τα οποία κάποιος «εν λόγω ή έργω ή διάνοια», «εξ υφαρπαγής ή εξ αμελείας, φθόνω και συνεργεία του Διαβόλου» διέπραξε και για τα οποία, από αμέλεια και ραθυμία δεν φρόντισε ή δεν πρόλαβε να μετανοήσει πράττοντας «άξια της μετανοίας έργα».
  Και πιστεύει για τις περιπτώσεις αυτές βασίμως -χωρίς βέβαια να προεξοφλεί και τη βούληση του καρδιογνώστη και δίκαιου Θεού, συγχωροχάρτια η Ορθοδοξία δεν έδωσε ποτέ – ότι οι ψυχές αισθάνονται το έλεος του Θεού και «αναπαύονται». Όταν μάλιστα η προσφορά της αναίμακτης θυσίας, συνοδεύεται και από ελεημοσύνες και αγαθοεργίες για τους κεκοιμημένους, τότε, σύμφωνα πάντα με τη διδασκαλία των Θεοφόρων Πατέρων μας, η ωφέλεια είναι μεγαλύτερη.
  Παρά ταύτα η Εκκλησία μας δεν παύει να τονίζει την αναγκαιότητα της μετανοίας από την παρούσα ζωή. «Μετανοείτε» «έως το σήμερον καλείται». Γιατί «έρχεται νυξ, ότε ουδείς δύναται» να μετανοήσει. Η μετάνοια για τη ζωή αυτή είναι ασφαλώς ακατανίκητη δύναμη, ικανή να μεταβάλει σε αγίους και τους αγρίους. Εκεί επάνω όμως φαίνεται ότι παύουν οι δυνατότητες της. Έτσι, στην άλλη ζωή, δεν μπορεί ο καθένας να βοηθήσει τον εαυτό του. Η δυνατότητα υπάρχει στην προσευχή της Εκκλησίας και στο Αίμα του Κυρίου που χύθηκε για τη ζωή και σωτηρία του κόσμου. Γι’ αυτό και η Εκκλησία δεν θα παύσει να δέεται και να τελεί τα μνημόσυνα. Τον τελικό όμως λόγο τον αναθέτει στο Θεό.
(Αρχιμ. Αθηναγόρου Καραμαντζάνη, «Οι Πατέρες και τα προβλήματα της ζωής μας».







                 Μνημονεύουμε γιατί αγαπάμε.

 

Γιατί τα ονόματα;


Μερικοί ρωτούν γιατί μνημονεύουμε τα ονόματα των κεκοιμημένων και των ζώντων στις προσευχές που κάνουμε γι' αυτούς. Ο Θεός σαν παντογνώστης που είναι, δεν ξέρει τα ονόματά τους και τις ανάγκες τους;


Όμως αυτοί που μιλούν και σκέπτονται έτσι, ξεχνούν ότι την προσευχή δεν την κάνομε για ενημέρωση του Θεού. Φυσικά ο Θεός δεν έχει ανάγκη τέτοιας ενημερώσεως. Άλλη είναι η σημασία αυτής της προσευχής.


Προσευχόμεθα υπέρ των ζώντων και των μεταστάντων και τους μνημονεύουμε με τα ονόματά τους, για να δείξουμε, ότι τους αγαπάμε με όλη μας την καρδιά. Γιατί δεν είμαστε απλώς συγγενείς ή φίλοι ή γνωστοί, αλλά «αλλήλων μέλη». Μέλη της Μιάς Εκκλησίας. Του Ενός Μυστικού Σώματος του Χριστού.

Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στη μηχανική και απαθή μνημόνευση των ονομάτων και στην ολοκάρδια προσευχή. Το ένα απέχει από τον άλλο, όσο ο ουρανός από τη γη.


Η προσευχή πρέπει να είναι ειλικρινής εκδήλωση αγάπης. Η αγάπη είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή. Γι' αυτό ο Θεός τη δέχεται. Και γι' αυτό την περιμένει! Η αγάπη για τους ζώντες και κεκοιμημένους αδελφούς μας είναι χρέος . Το πρώτο από όλα. Κάθε λέξη στην προσευχή, κάθε λέξη που πηγάζει από τα βάθη της καρδιάς, έχει πολλή δύναμη: «Πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», λέγει η Αγία Γραφή.


Και αν έχει τόση μεγάλη σημασία η μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων σε οποιαδήποτε προσευχή, πόσο μεγαλύτερη σημασία και αξία έχει, όταν μνημονεύονται τα ονόματα στην ιερότερη προσευχή, στη Θεία Λειτουργία; Στη Θεία Λειτουργία ο ιερέας επισφραγίζει τη μνημόνευση των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων με τα λόγια «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων Σου τω αίματί Σου τω αγίω».

Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης
περιοδ.  Ο Άγιος Λάζαρος, έκδ. Ι.Ν. Αγ. Λαζάρου, Δεκέμβριος 2011.









                         Απόγνωση....? μα γιατί.........? 

 

  «Αν έχεις αμαρτίες, να μην απελπιστείς, αυτά δεν παύω να σας τα λέω συνεχώς, και αν κάθε μέρα αμαρτάνεις, να μετανοείς καθημερινά. Γιατί η μετάνοια είναι το φάρμακο κατά των αμαρτημάτων είναι η προς τον Θεόν παρρησία, είναι όπλο κατά του διαβόλου, είναι η μάχαιρα πού του κόβει το κεφάλι, είναι η ελπίδα της σωτηρίας, είναι η αναίρεση της απογνώσεως. Η μετάνοια μάς ανοίγει τον ουρανό και μάς εισάγει στον Παράδεισο. Γι’ αυτό (σου λέω), είσαι αμαρτωλός; μην απελπίζεσαι. Ίσως βέβαια αναλογιστείς. Μα τόσα έχω ακούσει στην Εκκλησία και δεν τα ετήρησα. Πώς να εισέλθω και πάλι και πώς και πάλι να ακούσω; Μα γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να εισέλθεις επειδή, όσα άκουσες δεν τα ετήρησες. Να τα ξανακούσεις, λοιπόν, και να τα τηρήσεις. Εάν ο ιατρός σου βάλει φάρμακο στην πληγή σου και παρά ταύτα δεν καθαρίσει, την επομένη ημέρα δεν θα σου ξαναβάλει πάλι;

  Μη ντρέπεσαι, λοιπόν, να ξαναέλθεις στην Εκκλησία. Να ντρέπεσαι όταν πράττεις την αμαρτία. Η αμαρτία είναι το τραύμα και η μετάνοια το φάρμακο. Αν, λοιπόν, έχεις παλιώσει σήμερα από την αμαρτία, να ανακαινίσεις τον εαυτό σου με τη μετάνοια. Και είναι δυνατό, μπορεί να πει κανείς να σωθώ, αφού μετανοήσω; Και βέβαια είναι. Μα, όλη τη ζωή μου την πέρασα μέσα στις αμαρτίες, και εάν μετανοήσω θα βρω τη σωτηρία; Και βέβαια. Από που γίνεται αυτό φανερό; Από τη φιλανθρωπία του Κυρίου σου… Γιατί η φιλανθρωπία του Θεού δεν έχει μέτρο. Και ούτε μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια η πατρική Του αγαθότητα. Σκέψου μια σπίθα πού έπεσε μέσα στη θάλασσα, μήπως μπορεί να σταθεί εκεί ή να φανεί; Όση σχέση έχει, λοιπόν, μια σπίθα με το πέλαγος, τόση σχέση έχει η αμαρτία σου σε σύγκριση με τη φιλανθρωπία του Θεού. Και καλύτερα, θα έλεγα, όχι τόση, άλλα πιο πολλή. Γιατί το πέλαγος, ακόμη και αν είναι απέραντο, έχει όριο, μέτρο και σύνορα. Η φιλανθρωπία όμως του Θεού είναι απεριόριστη. Γι’ αυτό σου επαναλαμβάνω. Είσαι αμαρτωλός; Μην απελπίζεσαι».




                                          




                                Προς τους γονείς. 

 

  Μη λησμονείτε να κάνετε το χρέος σας έναντι των παιδιών σας. 
Η στοργή και η αγάπη σας δεν πρέπει να εξαντλούνται μόνο στις φυσικές ανάγ­κες των παιδιών σας. 
Η φροντίδα για το τί θα φάνε, τί θα ντυθούν και πώς θα ζήσουν με άνεση, δεν είναι αρκετή. 
Γιατί όλα αυτά αφορούν το σώμα τους. Και τα παιδιά δεν είναι μόνο σώμα. Έχουν και αθάνατη ψυχή. Γι΄ αυτές τις αθάνατες ψυχές των παιδιών σας έχετε χρέος να σταθείτε άγρυπνοι φρουροί και να μεριμνήσετε ώστε να διασφαλισθούν από κάθε κίνδυνο και από κάθε κακό.
 Το μεγαλύτερο σας χρέος και το ιερότερο καθήκον σας είναι να μορφώνετε χριστιανικά τα παιδιά σας. 
 Να τα οδηγείτε στον δρόμο του Θεού και να τονώνετε την πίστη τους στον Χριστό. 
Έτσι μόνο θα τα βοηθήσετε να γίνουν ολοκληρωμένες προσωπικότητες, δημιουργικές και ωφέλιμες.




                                          




 

                                Μάτιασμα και ξεμάτιασμα. 

 

Πολλές φορές, όταν παθαίνουμε κάτι είτε με τα οικονομικά, είτε με τα οικογενειακά μας, κάνουμε εύκολα και γρήγορα τη διά­γνωση: ΜΑΤΙΑΣΜΑ! Σίγουρα κάποιος μας μάτιασε! Δεν εξηγείται διαφορετικά. Τόσο ξαφνικά και χωρίς αιτία να πάθουμε κακό; Οπωσδήποτε πρόκειται για μάτιασμα. Και τώρα τι κάνουμε;

Καταφεύγουμε στην κυρία τάδε πού ξεματιάζει. Και η κυρία τάδε με πολύ ύφος κάνει κάτι παράξενες τελετές, νεράκια ή καρβουνάκια με προσευχή στο Χριστό και στους Αγίους Αναρ­γύρους, συνεχίζουν με κάτι αστεία -για να μη πούμε βλάσφημα- λόγια για την Παναγία, πού «λούστηκε» και «κτενίστηκε». Και μη χειρότερα. Και συ, τέλος, 9 φορές λες το «Πάτερ ημών» για να έχει εκκλησιαστικό φινάλε!

Μα είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Προφανώς όχι. Τότε ποια είναι ή αλήθεια;

Το μάτιασμα (Βασκανία) μπορεί πράγματι να συμβεί. Και συμβαίνει συνήθως, όταν κάποιος εστιάζει το μάτι του σε κάποιο πρόσωπο, είτε με διάθεση φθόνου ή μίσους ή εκδικήσεως. Παρακι­νεί έτσι τον διάβολο να βλάψει το πρόσωπο αυτό. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει, όταν στείλει κανείς κά­ποιον... στον διάβολο.

Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε, ότι ανθρώ­πους πού έχουν συνειδητή πνευματική ζωή (εκ­κλησιασμός - εξομολόγηση - Θ. Κοινωνία) δεν τους πιάνει το «μάτι».

Αλλά κι' αν τυχόν συμβεί κάτι, οι σωστοί χριστιανοί δεν καταφεύγουν σε κομπογιαννίτισσες ξεματιάστρες, αλλά στην μοναδική ισχυρή δύναμη κατά του διαβόλου, δηλ. την ΙΕΡΩΣΥΝΗ. Μόνο ο ιερέας έχει δικαίωμα να διαβάσει την ειδική ευχή «εις βασκανίαν». Μια ευχή που δεν περιέχει ανόητα λόγια, αλλά επικαλείται ξεκά­θαρα τον μόνον «ιατρόν και θεραπευτήν των ψυχών ημών».

Οι δικαιολογίες «πού να βρω παπά τέτοιαν ώρα;» δεν στέκουν. Προσευχήσου με απλά λόγια και γνωστές προσευχές στον θεό να σε λυτρώσει από την επήρεια του διαβόλου και με την πρώτη ευκαιρία πήγαινε σε παπά πνευματικό. Όχι μόνο για να σε απαλλάξει από το μάτιασμα. Αλλά κυρίως για να ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΘΕΙΣ. Πρέ­πει επιτέλους να πάψουμε να βλέπουμε τον πα­πά σαν το μάγο, πού θα μας γλυτώσει αυτόματα από το κακό. Χρειάζεται και η δική μας συμμετο­χή στη θεραπεία. Και αυτή η συμμετοχή είναι η ειλικρινής εξομολόγηση. Και ο δυναμικός αγώ­νας της μετανοίας.

π.Γ.Στ.


                           

                   ''Μάνα και παιδιά''.

  
Η μάνα καλύτερα είναι να ασχολείται με την ανατροφή των παιδιών, παρά να καταπιάνεται σχολαστικά με το νοικοκυριό, με τα άψυχα πράγματα.  Να τους μιλάει για τον Χριστό, να τους διαβάζει βίους Αγίων. Παράλληλα να ασχολείται και με το ξεσκόνισμα της ψυχής της, για να λαμποκοπάει πνευματικά. Η πνευματική ζωή της μητέρας θα βοηθήσει αθόρυβα και τις ψυχές των παιδιών της. Έτσι και τα παιδιά της θα ζουν χαρούμενα, και εκείνη θα είναι ευτυχισμένη, γιατί μέσα της θα έχει τον Χριστό. Αν η μάνα δεν ευκαιρεί ούτε ένα ΄΄τρισάγιο΄΄ να πει, πώς θα αγιαστούν τα παιδιά της; 

Γέροντας Παΐσιος - (Λόγοι τ. Δ΄)


Επιμέλεια 
Αρχιμανδρίτου 
Αντωνίου Βούλκου.
                                                                                                                                                                                                                   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου